Κι ἂν ὁ ἀγέρας φυσᾷ
Κι ἂν ὁ ἀγέρας φυσᾷ, δὲν μᾶς δροσίζει
κι ὁ ἴσκιος μένει στενὸς κάτω ἀπ᾿ τὰ κυπαρίσσια
κι ὅλο τριγύρω ἀνηφόρι στὰ βουνά.
Κι ἂν ὁ ἀγέρας φυσᾷ, δὲ μᾶς δροσίζει
κι ὁ ἴσκιος μένει στενὸς κάτω ἀπ᾿ τὰ κυπαρίσσια
κι ὅλο τριγύρω ἀνηφόρι στὰ βουνά.
Μᾶς βαραίνουν οἱ φίλοι
ποὺ δὲν ξέρουν πιὰ πῶς νὰ πεθάνουν.
Κι ἂν ὁ ἀγέρας φυσᾷ, δὲν μᾶς δροσίζει
κι ὁ ἴσκιος μένει στενὸς κάτω ἀπ᾿ τὰ κυπαρίσσια
κι ὅλο τριγύρω ἀνηφόρι στὰ βουνά.
Ο Σεφέρης διαβάζοντας την περίφημη αντιχουντική δήλωσή του στο BBC |
“Μουγκαμάρα και φθόνος”
Το πραγματικό κλίμα που δημιούργησε στην Ελλάδα η βράβευση του Γιώργου Σεφέρη με το βραβείο Νόμπελ (10-12-1963), το περιγράφει ο φίλος του Γ. Π. Σαββίδης σε κείμενό του το 1993 με τον εύγλωττο τίτλο: “Μουγκαμάρα και φθόνος”.
Όπως θυμάται ο κ. Σαββίδης, επειδή υποψιαζόταν ότι η επιστροφή του Γιώργου Σεφέρη από την Στοκχόλμη θα συνοδευόταν από την ίδια “μουγκαμάρα”, τηλεγραφεί “υποδεικνύοντας την ανάγκη οργάνωσης κάποιας υποδοχής.
Στο αεροδρόμιο λοιπόν τους υποδέχονται δύο (2) γυναίκες, “η μάννα μου και η Ιωάννα Τσάτσου (- Σεφεριάδη, η αδελφή του Ποιητή). Κανείς άλλος”.
(Εδώ πρέπει να προστεθεί ότι παρευρισκόταν και ο Νίκος Καρύδης).
(Εδώ πρέπει να προστεθεί ότι παρευρισκόταν και ο Νίκος Καρύδης).
Η θριαμβευτική υποδοχή του Σεφέρη γίνεται οκτώ (8) χρόνια μετά την επιστροφή του από τη Σουηδία. Το απόγευμα δηλαδή της κηδείας του (22 Σεπτεμβρίου 1971), όπου αυτόκλητος και σύσσωμος ο αθηναϊκός λαός υποδέχεται τον ποιητή του, ενώ ο ίδιος είχε αναχωρήσει (αποβιώσει) μία ημέρα πριν!
Λίγο ἀκόμα
Λίγο ἀκόμα θὰ ἰδοῦμε
τὶς ἀμυγδαλιὲς ν᾿ ἀνθίζουν.
Λίγο ἀκόμα θὰ ἰδοῦμε
τὰ μάρμαρα νὰ λάμπουν,
νὰ λάμπουν στὸν ἥλιο
κι ἡ θάλασσα νὰ κυματίζει.
Λίγο ἀκόμα, νὰ σηκωθοῦμε
λίγο ψηλότερα.
Περιληπτική Βιογραφία και σύντομη κριτική του έργου του
Το πραγματικό όνομα του μεγάλου ποιητή ήταν Γιώργος Σεφεριάδης. Γεννήθηκε στα Βουρλά της Σμύρνης στις 29 Φεβρουαρίου του 1900 και ήταν ο πρωτότοκος γιος του Στέλιου και της Δέσπως (το γένος Γ. Τενεκίδη) Σεφεριάδη. Το 1906 αρχίζει η μαθητική του εκπαίδευση στο Λύκειο Χ. Αρώνη. Το 1914,
εποχή κατά την οποία άρχισε να γράφει τους πρώτους στίχους, με το
ξέσπασμα του Παγκοσμίου Πολέμου κατά τη θερινή περίοδο του έτους, η
οικογένεια μεταναστεύει στην Ελλάδα. Ο Γιώργος Σεφέρης ενεγράφη στο
Πρότυπο Κλασικό Γυμνάσιο Αθηνών από το οποίο αποφοίτησε το 1917. Στις 14 Ιουλίου του ίδιου έτους, η μητέρα του μαζί με τους δύο γιους και την κόρη της Ιωάννα (μετέπειτα σύζυγο Κ. Τσάτσου) μεταβαίνει στο Παρίσι, όπου ο πατέρας τους Στέλιος εργάζεται ως δικηγόρος. Ο Γιώργος Σεφέρης θα μείνει εκεί μέχρι το καλοκαίρι του 1924, ακολουθώντας σπουδές λογοτεχνίας και παίρνοντας το πτυχίο της Νομικής, οπότε μεταβαίνει στο Λονδίνο για την τελειοποίηση των αγγλικών του εν όψει των εξετάσεων στο Υπoυργείο Εξωτερικών.
Το 1925 επιστρέφει στην Αθήνα και το 1927
διορίζεται στη διπλωματική υπηρεσία του Υπουργείου Εξωτερικών ως
ακόλουθος πρεσβείας. Κατά το ίδιο έτος πεθαίνει η μητέρα του Δέσπω. Τον
Ιούλιο του 1928 δημοσιεύει στη Νέα Εστία, επώνυμα ως Γ. Σεφεριάδης, το "Μια βραδιά με τον Κύριο Τεστ", μετάφραση έργου του Βαλερί. Το 1929 συνοδεύει τον Εδουάρδο Εριό σε ταξίδι του στην Ελλάδα. Τον Μάιο του 1931 εκδίδεται με το ψευδώνυμο Γ. Σεφέρης
η "Στροφή" και τον ίδιο χρόνο διορίζεται υποπρόξενος και έπειτα
διευθύνων του ελληνικού Γενικού Προξενείου του Λονδίνου, όπου θα
παραμείνει μέχρι και το 1934. Τον Μάιο του 1932 δημοσιεύεται το έργο του Μια νύχτα στην ακρογιαλιά και τον Οκτώβριο η Στέρνα, αφιερωμένη στον Γιώργο Αποστολίδη. Το 1933 ο πατέρας του, Στέλιος, εκλέγεται Πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών και εγγράφεται ως μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Το 1934 ο Γ. Σεφέρης επιστρέφει στην Αθήνα και τον Ιανουάριο του 1935 αρχίζει η συνεργασία του με τις εκδόσεις Νέα Γράμματα, αναδημοσιεύοντας τη Στέρνα. Το 1936 διορίζεται πρόξενος στη Κορυτσά, όπου θα παραμείνει μέχρι το 1938. Στις 13 Φεβρουαρίου του 1937 δημοσιεύει στα Νέα Γράμματα επιστολή του περί της δημοτικής γλώσσας. Το 1938 μετατίθεται στην Αθήνα ως προϊστάμενος της Διεύθυνσης Εξωτερικού Τύπου του Υφυπουργείου Τύπου και Πληροφοριών.
Το 1941 ο Γιώργος Σεφέρης νυμφεύεται τη Μαρία Ζάννου και στις 22 Απριλίου το ζεύγος ακολουθεί την ελληνική κυβέρνηση, που μέσω Κρήτης στις 16 Μαΐου φθάνει στην Αίγυπτο και παραμένει στην Αλεξάνδρεια. Λόγω της διπλωματικής ιδιότητάς του, η ζωή του Γιώργου Σεφέρη
χαρακτηριζόταν από συνεχείς μετακινήσεις. Έτσι, ως ακόλουθος κι αργότερα
ως πρέσβης, υπηρέτησε σε πολλές ελληνικές πρεσβείες του εξωτερικού,
γεγονός το οποίο καθόρισε σημαντικά το έργο του.
Η ποίησή του επηρεάστηκε από τον Έλιοτ (T.S Elliot), τον Κλωντέλ, το Βαλερύ και τον Πάουντ (Ezra Pound). Το γεγονός όμως που χάραξε ανεξίτηλα τη σφραγίδα του στη συνείδηση του ποιητή ήταν η εθνική καταστροφή (ή massacre - σφαγή, όπως σωστότερα το λένε τα αμερικανικά και ευρωπαϊκά βιβλία ιστορίας) του 1922 και ο συστηματικός ξεριζωμός του μικρασιατικού ελληνισμού.
Το 1963 η φήμη του Σεφέρη ξεφεύγει από τα εθνικά όρια και εξαπλώνεται σε ολόκληρο τον κόσμο. Καρπός της η βράβευσή του με το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας
από τη Σουηδική Ακαδημία Επιστημών. Είναι αυτός που άνοιξε τον δρόμο, ο πρώτος Έλληνας που τιμήθηκε
με το παγκοσμίως ανώτερο βραβείο πνευματικής προσφοράς. Μετά
ακολούθησε ο Οδυσσέας Ελύτης, το 1979.
Το 1967 η δικτατορία των Συνταγματαρχών κατέλυσε το Σύνταγμα στην Ελλάδα αναστέλλοντας τις ατομικές ελευθερίες. Ο Σεφέρης εκδηλώθηκε έντονα εναντίον της, τόσο γραπτά όσο και με δημόσιες ρητές δηλώσεις του. Στις 28 Μαρτίου 1969 ο Σεφέρης μίλησε για πρώτη φορά δημόσια εναντίον της Χούντας και γι' αυτό τον λόγο του αφαιρέθηκε ο τίτλος του πρέσβη επί τιμή, καθώς και το δικαίωμα χρήσης διπλωματικού διαβατηρίου.
Το 1967 η δικτατορία των Συνταγματαρχών κατέλυσε το Σύνταγμα στην Ελλάδα αναστέλλοντας τις ατομικές ελευθερίες. Ο Σεφέρης εκδηλώθηκε έντονα εναντίον της, τόσο γραπτά όσο και με δημόσιες ρητές δηλώσεις του. Στις 28 Μαρτίου 1969 ο Σεφέρης μίλησε για πρώτη φορά δημόσια εναντίον της Χούντας και γι' αυτό τον λόγο του αφαιρέθηκε ο τίτλος του πρέσβη επί τιμή, καθώς και το δικαίωμα χρήσης διπλωματικού διαβατηρίου.
Τέσσερα χρόνια αργότερα, στις 20 Σεπτεμβρίου του 1971, ο Γιώργος Σεφέρης πέθανε και η κηδεία του εξελίχθηκε σε σιωπηρή πορεία-διαμαρτυρία κατά της δικτατορίας. Μετά τον θάνατό του εκδόθηκε το προσωπικό του ημερολόγιο με τίτλο «Μέρες…» καθώς και το «Πολιτικό» του ημερολόγιο.
Ο Σεφέρης ανανέωσε με δραστικό, αποτελεσματικό και μεγαλοφυή τρόπο την ελληνική ποίηση, την εμπλούτισε και την έκανε γνωστή στα πέρατα του κόσμου.
Σε όλη του την ζωή παρέμεινε πιστός σε αυτήν, αλλά επίσης και στην μεγάλη σημασία της αναγνώρισης της Δημοτικής γλώσσας, και στην αμετακίνητη ανάγκη λειτουργίας των δημοκρατικών ιδεωδών.
Σε όλη του την ζωή παρέμεινε πιστός σε αυτήν, αλλά επίσης και στην μεγάλη σημασία της αναγνώρισης της Δημοτικής γλώσσας, και στην αμετακίνητη ανάγκη λειτουργίας των δημοκρατικών ιδεωδών.
Ο Γιώργος και η Μάρω |
Ἐπιφάνια, 1937
Τ᾿ ἀνθισμένο πέλαγο καὶ τὰ βουνὰ στὴ χάση τοῦ φεγγαριοῦ
ἡ μεγάλη πέτρα κοντὰ στὶς ἀραποσυκιὲς καὶ τ᾿ ἀσφοδύλια,
τὸ σταμνὶ ποὺ δὲν ἤθελε νὰ στερέψει στὸ τέλος τῆς μέρας
καὶ τὸ κλειστὸ κρεβάτι κοντὰ στὰ κυπαρίσσια καὶ τὰ μαλλιά σου
χρυσά· τ᾿ ἄστρα τοῦ Κύκνου κι ἐκεῖνο τ᾿ ἄστρο ὁ Ἀλδεβαράν.
Κράτησα τὴ ζωή μου, κράτησα τὴ ζωή μου ταξιδεύοντας
ἀνάμεσα στὰ κίτρινα δέντρα κατὰ τὸ πλάγιασμα τῆς βροχῆς
σὲ σιωπηλὲς πλαγιὲς φορτωμένες μὲ τὰ φύλλα τῆς ὀξιᾶς,
καμμιὰ φωτιὰ στὴν κορυφή τους· βραδυάζει.
Κράτησα τὴ ζωή μου· στ᾿ ἀριστερό σου χέρι μία γραμμὴ
μιὰ χαρακιὰ στὸ γόνατό σου, τάχα νὰ ὑπάρχουν
στὴν ἄμμο τοῦ περασμένου καλοκαιριοῦ, τάχα
νὰ μένουν ἐκεῖ ποὺ φύσηξε ὁ βοριὰς, καθὼς ἀκούω
γύρω στὴν παγωμένη λίμνη τὴν ξένη φωνή.
Τὰ πρόσωπα ποὺ βλέπω δὲν ρωτοῦν μήτε ἡ γυναίκα
περπατώντας σκυφτὴ βυζαίνοντας τὸ παιδί της.
Ἀνεβαίνω τὰ βουνά· μελανιασμένες λαγκαδιές· ὁ χιονισμένος
κάμπος, ὡς πέρα ὁ χιονισμένος κάμπος, τίποτε δὲν ρωτοῦν,
μήτε ὁ καιρὸς κλειστός σε βουβὰ ἐρμοκλήσια μήτε
τὰ χέρια ποὺ ἀπλώνουνται γιὰ νὰ γυρέψουν, κι οἱ δρόμοι.
Κράτησα τὴ ζωή μου ψιθυριστὰ μέσα στὴν ἀπέραντη σιωπὴ,
δὲν ξέρω πιὰ νὰ μιλήσω μήτε νὰ συλλογισθῶ· ψίθυροι
σὰν τὴν ἀνάσα τοῦ κυπαρισσιοῦ τὴ νύχτα ἐκείνη
σὰν τὴν ἀνθρώπινη φωνὴ τῆς νυχτερινῆς θάλασσας στὰ χαλίκια,
σὰν τὴν ἀνάμνηση τῆς φωνῆς σου λέγοντας «εὐτυχία».
Κλείνω τὰ μάτια γυρεύοντας τὸ μυστικὸ συναπάντημα τῶν νερῶν
κάτω ἀπ᾿ τὸν πάγο τὸ χαμογέλιο τῆς θάλασσας τὰ κλειστὰ πηγάδια
ψηλαφώντας μὲ τὶς δικές μου φλέβες τὶς φλέβες ἐκεῖνες ποὺ μοῦ ξεφεύγουν
ἐκεῖ ποὺ τελειώνουν τὰ νερολούλουδα κι αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος
ποὺ βηματίζει τυφλὸς πάνω στὸ χιόνι τῆς σιωπῆς.
Κράτησα τὴ ζωή μου, μαζί του, γυρεύοντας τὸ νερὸ ποὺ σ᾿ ἀγγίζει
στάλες βαρειὲς πάνω στὰ πράσινα φύλλα, στὸ πρόσωπό σου
μέσα στὸν ἄδειο κῆπο, στάλες στὴν ἀκίνητη δεξαμενὴ
βρίσκοντας ἕνα κύκνο νεκρὸ μέσα στὰ κάτασπρα φτερά του,
δέντρα ζωντανὰ καὶ τὰ μάτια σου προσηλωμένα.
Ὁ δρόμος αὐτὸς δὲν τελειώνει δὲν ἔχει ἀλλαγή, ὅσο γυρεύεις
νὰ θυμηθεῖς τὰ παιδικά σου χρόνια, ἐκείνους ποὺ ἔφυγαν
ἐκείνους
ποὺ χάθηκαν μέσα στὸν ὕπνο, τοὺς πελαγίσιους τάφους,
ὅσο ζητᾶς τὰ σώματα ποὺ ἀγάπησες νὰ σκύψουν
κάτω ἀπὸ τὰ σκληρὰ κλωνάρια τῶν πλατάνων, ἐκεῖ
ποὺ στάθηκε μία ἀχτίδα τοῦ ἥλιου γυμνωμένη
καὶ σκίρτησε ἕνας σκύλος καὶ φτεροκόπησε ἡ καρδιά σου,
ὁ δρόμος δὲν ἔχει ἀλλαγή· κράτησα τὴ ζωή μου.
Τὸ χιόνι
καὶ τὸ νερὸ παγωμένο στὰ πατήματα τῶν ἀλόγων.
~Αλήθεια, πόσο συγκλονιστικοί είναι οι αληθινοί ποιητές!
Παίρνουν τις κατά τα άλλα τετριμμένες και κοινής χρήσης λέξεις και με το καθημερινό αυτό υλικό φτιάχνουν ένα κόσμο μαγικό, θείο, οπότε βέβαια τον φτιάχνουν σχεδόν για μερικούς, για τους γνώστες, εν συντομία δυστυχώς για λίγους.
Το γνωρίζει αυτό ο κάθε ποιητής, που ζει μέσα στον κρυσταλλένιο (για να διακρίνει τα πάντα) δικό του κόσμο (''μια κρυσταλλένια σφαίρα στη μέση της κάμαρας'' Γ. Σεφέρης, "κρυσταλλένιο πολυκάντηλο είν' ο νους'' Α. Σικελιανός).
Γνωρίζει πως ατυχώς πολλοί δεν θα αντέξουν το φως του πνεύματός του, αυτό που ιριδίζει και ομορφαίνει τις ζωές.
Γνωρίζει πως ατυχώς πολλοί δεν θα αντέξουν το φως του πνεύματός του, αυτό που ιριδίζει και ομορφαίνει τις ζωές.
Δεν θα αντέξουν από φθόνο ή από άγνοια. Και η ηθελημένη άγνοια, όταν δεν οφείλεται σε απρόβλεπτες συγκυρίες, είναι μια μορφή φθόνου από τις χειρότερες.
Όταν πεθαίνει ο Ποιητής, ε, ναι!, τότε ο κάθε φθονερός, επίσημος και ανεπίσημος σπεύδει να τον τιμήσει! Βλέπετε, τώρα πια πέθανε ο λαμπερός και αθάνατος εκείνος, ενώ οι φθονεροί τώρα πλεονεκτούν, επειδή συνεχίζουν να ζουν.
Ζουν μια ζωή με αδύναμη ή αποστεωμένη ευαισθησία, πάντα στραμμένη προς το Εγώ τους, και όχι μια ζωή με πραγματική και δυνατή αγάπη και ευαισθησία, η οποία να μπορεί να στρέφεται και προς τον άλλον. Σε αυτόν που πρέπει να αναγνωρίσουν αξίες και τιμές ή να εκφράσουν ευγνωμοσύνη για την πολύτιμη προσφορά του.
Το τραγικό είναι ότι δεν ξέρουν, πως μια τέτοια στάση και τη δική τους άχαρη ζωή θα πλούτιζε...
Ἐρωτικὸς Λόγος
(ἀπὸ τὴν ἔκδοση «Γιῶργος Σεφέρης, Ποιήματα», Ἴκαρος, 1989)
Ἔστι δὲ φύλον ἐν ἀνθρώποισι ματαιότατον,
ὅστις αἰσχύνων ἐπιχώρια παπταίνει τὰ πόρσω,
μεταμώνια θηρεύων ἀκράντοις ἐλπίσιν.
ΠΙΝΔΑΡΟΣ
ὅστις αἰσχύνων ἐπιχώρια παπταίνει τὰ πόρσω,
μεταμώνια θηρεύων ἀκράντοις ἐλπίσιν.
ΠΙΝΔΑΡΟΣ
Α´
Ρόδο τῆς μοίρας, γύρευες νὰ βρεῖς νὰ μᾶς πληγώσεις
μὰ ἔσκυβες σὰν τὸ μυστικὸ ποὺ πάει νὰ λυτρωθεῖ
κι ἦταν ὡραῖο τὸ πρόσταγμα ποὺ δέχτηκες νὰ δώσεις
κι ἦταν τὸ χαμογέλιο σου σὰν ἕτοιμο σπαθί.
Τοῦ κύκλου σου τὸ ἀνέβασμα ζωντάνευε τὴ χτίση
ἀπὸ τ᾿ ἀγκάθι σου ἔφευγε τὸ δρόμου ὁ στοχασμὸς,
ἡ ὁρμή μας γλυκοχάραζε γυμνὴ νὰ σ᾿ ἀποχτήσει,
ὁ κόσμος ἦταν εὔκολος. Ἕνας ἁπλὸς παλμός.
Β´
Τὰ μυστικὰ τῆς θάλασσας ξεχνιοῦνται στ᾿ ἀκρογιάλια
ἡ σκοτεινάγρα τοῦ βυθοῦ ξεχνιέται στὸν ἀφρό.
Λάμπουνε ξάφνου πορφυρὰ τῆς μνήμης τὰ κοράλλια...
Ὦ μὴν ταράξεις... πρόσεξε ν᾿ ἀκούσεις τ᾿ ἀλαφρὸ
ξεκίνημά της... τ᾿ ἄγγιξες τὸ δέντρο μὲ τὰ μῆλα
τὸ χέρι ἁπλώθη κι ἡ κλωστὴ δείχνει καὶ σὲ ὁδηγεῖ...
Ὦ σκοτεινὸ ἀνατρίχιασμα στὴ ρίζα καὶ στὰ φύλλα,
νἄ ῾σουν ἐσὺ ποὺ θἄ ῾φερνες τὴν ξεχασμένη αὐγή!
Στὸν κάμπο τοῦ ἀποχωρισμοῦ νὰ ξανανθίζουν κρίνα
μέρες ν᾿ ἀνοίγουνται ὥριμες, οἱ ἀγκάλες τ᾿ οὐρανοῦ,
νὰ φέγγουν στὸ ἀντηλάρισμα τὰ μάτια μόνο ἐκεῖνα
ἁγνὴ ἡ ψυχὴ νὰ γράφεται σὰν τὸ τραγούδι αὐλοῦ...
Ἡ νύχτα νἄ ῾ταν ποὺ ἔκλεισε τὰ μάτια; Μένει ἀθάλη,
σὰν ἀπὸ δοξαριοῦ νευρὰ μένει πνιχτὸ βουητό,
μιὰ στάχτη κι ἕνας ἴλιγγος στὸ μαῦρο γυρογιάλι
κι ἕνα πυκνὸ φτερούγισμα στὴν εἰκασία κλειστό.
Ρόδο τοῦ ἀνέμου, γνώριζες μὰ ἀνέγνωρους μᾶς πῆρες
τὴν ὥρα ποὺ θεμέλιωνε γιοφύρια ὁ λογισμὸς
νὰ πλέξουνε τὰ δάχτυλα καὶ νὰ διαβοῦν δυὸ μοῖρες
καὶ νὰ χυθοῦν στὸ χαμηλὸ κι ἀναπαμένο φῶς.
Γ´
Ὦ σκοτεινὸ ἀνατρίχιασμα στὴ ρίζα καὶ στὰ φύλλα!
Πρόβαλε ἀνάστημα ἄγρυπνο στὸ πλῆθος τῆς σιωπῆς,
σήκωσε τὸ κεφάλι σου ἀπὸ τὰ χέρια τὰ καμπύλα
τὸ θέλημά σου νὰ γενεῖ καὶ νὰ μοῦ ξαναπεῖς
τὰ λόγια ποὺ ἄγγιζαν καὶ σμίγαν τὸ αἷμα σὰν ἀγκάλη
κι ἂς γείρει ὁ πόθος σου βαθὺς σὰν ἴσκιος καρυδιᾶς
καὶ νὰ μᾶς πλημμυράει μὲ τῶν μαλλιῶν σου τὴ σπατάλη
ἀπὸ τὸ χνούδι τοῦ φιλιοῦ στὰ φύλλα τῆς καρδιᾶς.
Χαμήλωναν τὰ μάτια σου κι εἶχες τὸ χαμογέλιο
ποὺ ἀνιστοροῦσαν ταπεινὰ ζωγράφοι ἀλλοτινοί.
Λησμονημένο ἀνάγνωσμα σ᾿ ἕνα παλιὸ εὐαγγέλιο
τὸ μίλημά σου ἀνάσαινε κι ἡ ἀνάλαφρη φωνή:
«Εἶναι τὸ πέρασμα τοῦ χρόνου σιγαλὸ κι ἀπόκοσμο
κι ὁ πόνος ἀπαλὰ μὲς στὴν ψυχή μου λάμνει
χαράζει ἡ αὐγὴ τὸν οὐρανό, τ᾿ ὄνειρο μένει ἀπόντιστο
κι εἶναι σὰν νὰ διαβαίνουν μυρωμένοι θάμνοι.
Μὲ τοῦ ματιοῦ τ᾿ ἀλάφιασμα, μὲ τοῦ κορμιοῦ τὸ ρόδισμα
ξυπνοῦν καὶ κατεβαίνουν σμάρι περιστέρια
μὲ περιπλέκει χαμηλὸ τὸ κυκλωτὸ φτερούγισμα
ἀνθρώπινο ἄγγιγμα στὸ κόρφο μου τ᾿ ἀστέρια.
Τὴν ἀκοή μου ὡς νὰ ῾σμιξε κοχύλι βουίζει ὁ ἀντίδικος
μακρινὸς κι ἀξεδιάλυτος τοῦ κόσμου ὁ θρῆνος,
μὰ εἶναι στιγμὲς καὶ σβήνουνται καὶ βασιλεύει δίκλωνος
ὁ λογισμὸς τοῦ πόθου μου, μόνος ἐκεῖνος.
Λὲς κι εἶχα ἀναστηθεῖ γυμνή σε μία παρμένη θύμηση
σὰν ἦρθες γνώριμος καὶ ξένος, ἀκριβέ μου,
νὰ μοῦ χαρίσεις γέρνοντας τὴν ἀπέραντη λύτρωση,
ποὺ γύρευα ἀπὸ τὰ γοργὰ σεῖστρα τοῦ ἀνέμου...»
Τὸ ραγισμένο ἡλιόγερμα λιγόστεψε κι ἐχάθη
κι ἔμοιαζε πλάνη νὰ ζητᾶς τὰ δῶρα τ᾿ οὐρανοῦ.
Χαμήλωναν τὰ μάτια σου. Τοῦ φεγγαριοῦ τ᾿ ἀγκάθι
βλάστησε καὶ φοβήθηκες τοὺς ἴσκιους τοῦ βουνοῦ.
... Μὲς στὸν καθρέφτη ἡ ἀγάπη μας, πῶς πάει καὶ λιγοστεύει
μέσα στὸν ὕπνο τὰ ὄνειρα, σκολειὸ τῆς λησμονιᾶς
μέσα στὰ βάθη τοῦ καιροῦ, πῶς ἡ καρδιὰ στενεύει
καὶ χάνεται στὸ λίκνισμα μιᾶς ξένης ἀγκαλιᾶς...
Δ´
Δυὸ φίδια ὡραῖα κι ἀλαργινά, τοῦ χωρισμοῦ πλοκάμια
σέρνουνται καὶ γυρεύουνται στὴ νύχτα τῶν δεντρῶν,
γιὰ μίαν ἀγάπη μυστικὴ σ᾿ ἀνεύρετα θολάμια
ἀκοίμητα γυρεύουνται δὲν πίνουν καὶ δὲν τρῶν.
Μὲ γύρους καὶ λυγίσματα κι ἡ ἀχόρταγή τους γνώμη
κλώθει, πληθαίνει, στρίβει, ἁπλώνει κρίκους στὸ κορμὶ
ποὺ κυβερνοῦν ἀμίλητοι τοῦ ἔναστρου θόλου οἱ νόμοι
καὶ τοῦ ἀναδεύουν τὴν πυρὴ κι ἀσίγαστη ἀφορμή.
Τὸ δάσος στέκει ριγηλὸ τῆς νύχτας ἀντιστύλι
κι εἶναι ἡ σιγὴ τάσι ἀργυρὸ ὅπου πέφτουν οἱ στιγμὲς
ἀντίχτυποι ξεχωρισμένοι, ὁλόκληροι, μιὰ σμίλη
προσεχτικὴ ποὺ δέχουνται πελεκητὲς γραμμές...
Αὐγάζει ξάφνου τὸ ἄγαλμα. Μὰ τὰ κορμιὰ ἔχουν σβήσει
στὴ θάλασσα στὸν ἄνεμο στὸν ἥλιο στὴ βροχή.
Ἔτσι γεννιοῦνται οἱ ὀμορφιὲς ποὺ μᾶς χαρίζει ἡ φύση
μὰ ποιὸς ξέρει ἂν πέθανε στὸν κόσμο μία ψυχή.
Στὴ φαντασία θὰ γύριζαν τὰ χωρισμένα φίδια
(Τὸ δάσος λάμπει μὲ πουλιὰ βλαστοὺς καὶ ροδαμούς)
μένουν ἀκόμη τὰ σγουρὰ γυρέματά τους, ἴδια
τοῦ κύκλου τὰ γυρίσματα ποὺ φέρνουν τοὺς καημούς.
Ε´
Ποῦ πῆγε ἡ μέρα ἡ δίκοπη ποὺ εἶχε τὰ πάντα ἀλλάξει;
Δὲν θὰ βρεθεῖ ἕνας ποταμὸς νἆ᾿ ναι γιὰ μᾶς πλωτός;
Δὲ θὰ βρεθεῖ ἕνας οὐρανὸς τὴ δρόσο νὰ σταλάξει,
γιὰ τὴν ψυχὴ ποὺ νάρκωσε κι ἀνάθρεψε ὁ λωτός;
Στὴν πέτρα τῆς ὑπομονῆς προσμένουμε τὸ θάμα,
ποὺ ἀνοίγει τὰ ἐπουράνια κι εἶν᾿ ὅλα βολετὰ,
προσμένουμε τὸν ἄγγελο σὰν τὸ πανάρχαιο δράμα
τὴν ὥρα ποὺ τοῦ δειλινοῦ χάνουνται τ᾿ ἀνοιχτὰ
τριαντάφυλλα... Ρόδο ἄλικο τοῦ ἀνέμου καὶ τῆς μοίρας,
μόνο στὴ μνήμη ἀπέμεινες, ἕνας βαρὺς ρυθμὸς
ρόδο τῆς νύχτας πέρασες, τρικύμισμα πορφύρας
τρικύμισμα τῆς θάλασσας... Ὁ κόσμος εἶναι ἁπλός.
Ἀθήνα, Ὀχτώβρης ῾29 - Δεκέμβρης ῾30
Έργο του μεγάλου χαράκτη Τάσσου |
Εκτός από την ποίηση, τη διπλωματία και τις άλλες δραστηριότητές του, ο Γιώργος Σεφέρης έχει κατά καιρούς κάνει μεγαλοφυείς δηλώσεις, που έμειναν σ' εμάς τους μεταγενέστερους σαν παντοτινά αποφθέγματα:
Η Ελλάδα, η χώρα των παράλληλων μονολόγων.
Η ομιλία του Γ. Σεφέρη κατά την απονομή του βραβείου Νόμπελ σε αυτόν, καθώς και η θρυλική δήλωσή του κατά της χούντας, είναι απαραίτητο να υπάρχουν σε οποιοδήποτε άρθρο ή κείμενο, που σέβεται τον εαυτό του, με θέμα τον μεγάλο ποιητή, το έργο και την πορεία του στην ζωή.
Και τα δύο (ομιλία και δήλωση) αποτελούν σπουδαία και γενικότερης ιστορικής σημασίας ντοκουμέντα:
Η ομιλία
(10 Δεκεμβρίου 1963)
«Ἀνήκω σὲ µία χώρα µικρή.
Ἕνα πέτρινο ἀκρωτήρι στὴ Μεσόγειο, ποὺ δὲν ἔχει ἄλλο ἀγαθὸ παρὰ τὸν ἀγώνα τοῦ λαοῦ, τὴν θάλασσα, καὶ τὸ φῶς τοῦ ἥλιου.
Εἶναι µικρὸς ὁ τόπος µας, ἀλλὰ ἡ παράδοσή του εἶναι τεράστια, καὶ τὸ πράγµα ποὺ τὴ χαρακτηρίζει εἶναι ὅτι µᾶς παραδόθηκε χωρὶς διακοπή.
Ἡ ἑλληνικὴ γλῶσσα δὲν ἔπαψε ποτὲ της νὰ µιλιέται. Δέχτηκε τὶς ἀλλοιώσεις, ποὺ δέχεται καθετὶ ζωντανό ἀλλὰ δὲν παρουσιάζει κανένα χάσµα.
Ἄλλο χαρακτηριστικὸ αὐτῆς τῆς παράδοσης εἶναι ἡ ἀγάπη της γιὰ τὴν ἀνθρωπιά, κανόνας της εἶναι ἡ δικαιοσύνη.
Στὴν ἀρχαία τραγωδία, τὴν ὀργανωµένη µὲ τόση ἀκρίβεια, ὁ ἄνθρωπος ποὺ ξεπερνᾶ τὸ µέτρο, πρέπει νὰ τιµωρηθεῖ ἀπὸ τὶς Ἐρινύες.
Ὅσο γιὰ µένα, συγκινοῦµαι παρατηρώντας πὼς ἡ συνείδηση τῆς δικαιοσύνης εἶχε τόσο πολὺ διαποτίσει τὴν ἑλληνικὴ ψυχή, ὥστε νὰ γίνει κανόνας τοῦ φυσικοῦ κόσµου.
Καὶ ἕνας ἀπὸ τοὺς διδασκάλους µου, τῶν ἀρχῶν τοῦ περασµένου αἰώνα, γράφει: «… θὰ χαθοῦµε, γιατί ἀδικήσαµε …». Αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος ἦταν ἀγράµµατος. Εἶχε µάθει νὰ γράφει στὰ τριάντα πέντε χρόνια τῆς ἡλικίας του. Ἀλλὰ στὴν Ἑλλάδα τῶν ἡµερῶν µας, ἡ προφορικὴ παράδοση πηγαίνει µακριὰ στὰ περασµένα ὅσο καὶ ἡ γραπτή. Τὸ ἴδιο καὶἡ ποίηση. Εἶναι γιὰ µένα σηµαντικὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ Σουηδία θέλησε νὰ τιµήσει καὶ τούτη τὴν ποίηση καὶ ὅλη τὴν ποίηση γενικά, ἀκόµη καὶ ὅταν ἀναβρύζει ἀνάµεσα σ’ἕνα λαὸ περιωρισµένο. Γιατί πιστεύω πὼς τοῦτος ὁ σύγχρονος κόσµος ὅπου ζοῦµε, ὁ τυρρανισµένος ἀπὸ τὸ φόβο καὶ τὴν ἀνησυχία, τὴ χρειάζεται τὴν ποίηση. Ἡ ποίηση ἔχει τὶς ρίζες της στὴν ἀνθρώπινη ἀνάσα –καὶ τί θὰ γινόµασταν ἂν ἡ πνοή µας λιγόστευε; Εἶναι µία πράξη ἐµπιστοσύνης– κι ἕνας Θεὸς τὸ ξέρει, ἂν τὰ δεινά µας δὲν τὰ χρωστᾶµε στὴν στέρηση ἐµπιστοσύνης.
Παρατήρησαν, τὸν περασµένο χρόνο γύρω ἀπὸ τοῦτο τὸ τραπέζι, τὴν πολὺ µεγάλη διαφορὰ ἀνάµεσα στὶς ἀνακαλύψεις τῆς σύγχρονης ἐπιστήµης καὶ στὴ λογοτεχνία. Παρατήρησαν πὼς ἀνάµεσα σ’ ἕνα ἀρχαῖο ἑλληνικὸ δράµα καὶ ἕνα σηµερινό, ἡ διαφορὰ εἶναι λίγη. Ναί, ἡ συµπεριφορὰ τοῦ ἀνθρώπου δὲν µοιάζει νὰ ἔχει ἀλλάξει βασικά. Καὶ πρέπει νὰ προσθέσω, πὼς νιώθει πάντα τὴν ἀνάγκη ν’ ἀκούσει τούτη τὴν ἀνθρώπινη φωνὴ ποὺ ὀνοµάζουµε ποίηση. Αὐτὴ ἡ φωνὴ ποὺ κινδυνεύει νὰ σβήσει κάθε στιγµὴ ἀπὸ στέρηση ἀγάπης καὶ ὁλοένα ξαναγεννιέται. Κυνηγηµένη, ξέρει ποὺ νὰ ’βρει καταφύγιο, ἀπαρνηµένη, ἔχει τὸἔνστικτο νὰ πάει νὰ ριζώσει στοὺς πιὸ ἀπροσδόκητους τόπους. Γι’ αὐτὴ δὲν ὑπάρχουν µεγάλα καὶ µικρὰ µέρη τοῦ κόσµου. Τὸ βασίλειό της εἶναι στὶς καρδιὲς ὅλων τῶν ἀνθρώπων τῆς γῆς. Ἔχει τὴ χάρη ν’ ἀποφεύγει πάντα τὴ συνήθεια, αὐτὴ τὴ βιοµηχανία.
Χρωστῶ τὴν εὐγνωµοσύνη µου στὴν Σουηδικὴ Ἀκαδηµία ποὺ ἔνιωσε αὐτὰ τὰ πράγµατα, ποὺ ἔνιωσε πὼς οἱ γλῶσσες, οἱ λεγόµενες περιωρισµένης χρήσης, δὲν πρέπει νὰ καταντοῦν φράχτες, ὅπου πνίγεται ὁ παλµὸς τῆς ἀνθρώπινης καρδιᾶς, ποὺ ἔγινε ἕνας Ἄρειος Πάγος ἱκανός νὰ κρίνει µὲ ἀλήθεια ἐπίσηµη τὴν ἄδικη µοίρα τῆς ζωῆς, γιὰ νὰ θυµηθῶ τὸν Σέλλεϋ, τὸν ἐµπνευστή, καθώς µᾶς λένε, τοῦ Ἀλφρέδου Νοµπέλ, αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου ποὺ µπόρεσε νὰ ἐξαγοράσει τὴν ἀναπόφευκτη βία µὲ τὴ µεγαλοσύνη τῆς καρδιᾶς του.
Σ’ αὐτὸ τὸν κόσµο, ποὺ ὁλοένα στενεύει, ὁ καθένας µας χρειάζεται ὅλους τούς ἄλλους. Πρέπει ν’ ἀναζητήσουµε τὸν ἄνθρωπο, ὅπου καὶ νὰ βρίσκεται.
Ὅταν στὸ δρόµο τῆς Θήβας, ὁ Οἰδίπους συνάντησε τὴ Σφίγγα, κι αὐτὴ τοῦ ἔθεσε τὸ αἴνιγµά της. Η ἀπόκρισή του ἦταν: Ο ἄνθρωπος. Τούτη ἡ ἁπλὴ λέξη χάλασε τὸ τέρας. Ἔχουµε πολλὰ τέρατα νὰ καταστρέψουµε. Ἂς συλλογιστοῦµε τὴν ἀπόκριση τοῦ Οἰδίποδα.»
Η δήλωση
Ὁ Γιῶργος Σεφέρης στὰ πρῶτα χρόνια τῆς δικτατορίας εἶχε ἐπιλέξει τὴ σιωπὴ καὶ τὴν ἄρνηση νὰ δημοσιεύσει δουλειά του στὴν Ἑλλάδα. Στὶς 28 Μαρτίου τοῦ 1969, δυὸ χρόνια πρὶν τὸν θάνατό του, ἀποφασίζει νὰ μιλήσει γιὰ πρώτη φορὰ δημόσια καὶ νὰ καταγγείλει τὴ Δικτατορία. Ἡ δήλωσή του στὸ BBC ἔκανε τεράστια αἴσθηση στὴν Ἑλλάδα καὶ τὸ ἐξωτερικὸ καὶ ἔδωσε δύναμη, ώθηση καὶ ἐλπίδα στὸ ἀντιδικτατορικὸ κίνημα.
«Πάει καιρὸς ποὺ πῆρα τὴν ἀπόφαση νὰ κρατηθῶ ἔξω ἀπὸ τὰ πολιτικὰ τοῦ τόπου. Προσπάθησα ἄλλοτε νὰ τὸ ἐξηγήσω. Αὐτὸ δὲν σημαίνει διόλου πὼς μοῦ εἶναι ἀδιάφορη ἡ πολιτικὴ ζωή μας. Ἔτσι, ἀπὸ τὰ χρόνια ἐκεῖνα, ὡς τώρα τελευταῖα, ἔπαψα κατὰ κανόνα νὰ ἀγγίζω τέτοια θέματα· ἐξάλλου τὰ ὅσα δημοσίευσα ὡς τὶς ἀρχὲς τοῦ 1967 καὶ ἡ κατοπινὴ στάση μου - δὲν ἔχω δημοσιεύσει τίποτα στὴν Ἑλλάδα ἀπὸ τότε ποὺ φιμώθηκε ἡ ἐλευθερία - ἔδειχναν, μοῦ φαίνεται, ἀρκετὰ καθαρὰ τὴν σκέψη μου.
Μολαταῦτα, μῆνες τώρα, αἰσθάνομαι μέσα μου καὶ γύρω μου, ὁλοένα πιὸ ἐπιτακτικά, τὸ χρέος νὰ πῶ ἕνα λόγο γιὰ τὴν σημερινὴ κατάστασή μας. Μὲ ὅλη τὴ δυνατὴ συντομία, νὰ τί θὰ ἔλεγα:
Κλείνουν δυὸ χρόνια, ποὺ μᾶς ἔχει ἐπιβληθεῖ ἕνα καθεστὼς ὁλωσδιόλου ἀντίθετο μὲ τὰ ἰδεώδη, γιὰ τὰ ὁποῖα πολέμησε ὁ κόσμος μας, καὶ τόσο περίλαμπρα ὁ λαός μας στὸν τελευταῖο παγκόσμιο πόλεμο. Εἶναι μία κατάσταση ὑποχρεωτικῆς νάρκης, ὅπου ὅσες πνευματικὲς ἀξίες κατορθώσαμε νὰ κρατήσουμε ζωντανές, μὲ πόνους καὶ μὲ κόπους, πᾶνε κι αὐτὲς νὰ καταποντισθοῦν μέσα στὰ ἑλώδη στεκούμενα νερά. Δὲν θὰ μοῦ ἦταν δύσκολο νὰ καταλάβω, πῶς τέτοιες ζημιὲς δὲν λογαριάζουν πάρα πολὺ γιὰ ὁρισμένους ἀνθρώπους.
Δυστυχῶς δὲν πρόκειται μόνον γι᾿ αὐτὸ τὸν κίνδυνο. Ὅλοι πιὰ τὸ διδάχτηκαν καὶ τὸ ξέρουν πὼς στὶς δικτατορικὲς καταστάσεις ἡ ἀρχὴ μπορεῖ νὰ μοιάζει εὔκολη, ὅμως ἡ τραγωδία περιμένει ἀναπότρεπτη στὸ τέλος. Τὸ δράμα αὐτοῦ τοῦ τέλους μᾶς βασανίζει, συνειδητὰ ἢ ἀσυνείδητα, ὅπως στοὺς παμπάλαιους χοροὺς τοῦ Αἰσχύλου. Ὅσο μένει ἡ ἀνωμαλία, τόσο προχωρεῖ τὸ κακό.
Εἶμαι ἕνας ἄνθρωπος χωρὶς κανένα ἀπολύτως πολιτικὸ δεσμὸ καί, μπορῶ νὰ τὸ πῶ, μιλῶ χωρὶς φόβο καὶ χωρὶς πάθος. Βλέπω μπροστά μου τὸν γκρεμὸ, ὅπου μᾶς ὁδηγεῖ ἡ καταπίεση, ποὺ κάλυψε τὸν τόπο. Αὐτὴ ἡ ἀνωμαλία πρέπει νὰ σταματήσει. Εἶναι ἐθνικὴ ἐπιταγή.
Τώρα ξαναγυρίζω στὴν σιωπή μου. Παρακαλῶ τὸ Θεὸ νὰ μὴ μὲ φέρει ἄλλη φορὰ σὲ παρόμοια ἀνάγκη νὰ ξαναμιλήσω»
Το τραγούδι το φορτώσαμε με τόσες μουσικές, που σιγά-σιγά βουλιάζει.
Και την τέχνη μας την στολίσαμε τόσο πολύ, που φαγώθηκε από τα μαλάματα στο πρόσωπό της.
Και την τέχνη μας την στολίσαμε τόσο πολύ, που φαγώθηκε από τα μαλάματα στο πρόσωπό της.
Όπου και να ταξιδέψω, η Ελλάδα με πληγώνει.
Τόσος πόνος, τόση ζωή,
πήγαν στην άβυσσο,
για ένα πουκάμισο αδειανό, για μιαν Ελένη.
πήγαν στην άβυσσο,
για ένα πουκάμισο αδειανό, για μιαν Ελένη.
Ευνουχισμένοι διανοούμενοι, μικροί ανίκανοι και τυφλοί κυβερνήτες.
Σ’ αυτόν τον τόπο. όπου όλοι είμαστε τόσο τραγικά αυτοδίδακτοι…
Και ο άνθρωπος κατάντησε πραμάτεια.
Σβήνοντας ένα κομμάτι από το παρελθόν είναι σαν να σβήνεις και ένα αντίστοιχο κομμάτι από το μέλλον.
Καταλαβαίνει κανείς πως δουλεύει καλά, όταν κάθε περιστατικό, το πιο
μικρό και ασήμαντο της καθημερινής ζωής του και της σκέψης του,
έρχεται σαν μοναχό του και βάζει ένα πετραδάκι στο πράγμα που φτιάχνει.
Κύριε, όχι μ’ αυτούς. Ας γίνει αλλιώς το θέλημά σου!
Δεν υπάρχει παρθενογένεση στην τέχνη.
Η παραλαβή του βραβείου Nobel λογοτεχνίας |
ἌρνησηΣτὸ περιγιάλι τὸ κρυφὸκι ἄσπρο σὰν περιστέρι, διψάσαμε τὸ μεσημέρι μὰ τὸ νερὸ γλυφό. Πάνω στὴν ἄμμο τὴν ξανθὴ γράψαμε τ᾿ ὄνομά της, ὡραῖα ποὺ φύσηξεν ὁ μπάτης καὶ σβήστηκε ἡ γραφή. Μὲ τί καρδιά, μὲ τί πνοή, τί πόθους καὶ τί πάθος πήραμε τὴ ζωή μας· λάθος! κι ἀλλάξαμε ζωή. |
|||||||
ΣτροφήΣτιγμή, σταλμένη ἀπὸ ἕνα χέριποὺ εἶχα τόσο ἀγαπήσει, μὲ πρόφταξες ἴσια στὴ δύση σὰν μαῦρο περιστέρι. Ὁ δρόμος ἄσπριζε μπροστά μου, ἁπαλὸς ἀχνὸς ὕπνου στὸ γέρμα ἑνὸς μυστικοῦ δείπνου... Στιγμὴ σπυρὶ τῆς ἄμμου, ποὺ κράτησες μονάχη σου ὅλη τὴν τραγικὴ κλεψύδρα βουβή, σὰ νὰ εἶχε δεῖ τὴν Ὕδρα στὸ οὐράνιο περιβόλι. (συλλογή Στροφή, ὁμώνυμο ποίημα)
|
Η ομιλία του Γ. Σεφέρη κατά την απονομή του βραβείου Νόμπελ σε αυτόν, καθώς και η θρυλική δήλωσή του κατά της χούντας, είναι απαραίτητο να υπάρχουν σε οποιοδήποτε άρθρο ή κείμενο, που σέβεται τον εαυτό του, με θέμα τον μεγάλο ποιητή, το έργο και την πορεία του στην ζωή.
Και τα δύο (ομιλία και δήλωση) αποτελούν σπουδαία και γενικότερης ιστορικής σημασίας ντοκουμέντα:
Η ομιλία
(10 Δεκεμβρίου 1963)
«Ἀνήκω σὲ µία χώρα µικρή.
Ἕνα πέτρινο ἀκρωτήρι στὴ Μεσόγειο, ποὺ δὲν ἔχει ἄλλο ἀγαθὸ παρὰ τὸν ἀγώνα τοῦ λαοῦ, τὴν θάλασσα, καὶ τὸ φῶς τοῦ ἥλιου.
Εἶναι µικρὸς ὁ τόπος µας, ἀλλὰ ἡ παράδοσή του εἶναι τεράστια, καὶ τὸ πράγµα ποὺ τὴ χαρακτηρίζει εἶναι ὅτι µᾶς παραδόθηκε χωρὶς διακοπή.
Ἡ ἑλληνικὴ γλῶσσα δὲν ἔπαψε ποτὲ της νὰ µιλιέται. Δέχτηκε τὶς ἀλλοιώσεις, ποὺ δέχεται καθετὶ ζωντανό ἀλλὰ δὲν παρουσιάζει κανένα χάσµα.
Ἄλλο χαρακτηριστικὸ αὐτῆς τῆς παράδοσης εἶναι ἡ ἀγάπη της γιὰ τὴν ἀνθρωπιά, κανόνας της εἶναι ἡ δικαιοσύνη.
Στὴν ἀρχαία τραγωδία, τὴν ὀργανωµένη µὲ τόση ἀκρίβεια, ὁ ἄνθρωπος ποὺ ξεπερνᾶ τὸ µέτρο, πρέπει νὰ τιµωρηθεῖ ἀπὸ τὶς Ἐρινύες.
Ὅσο γιὰ µένα, συγκινοῦµαι παρατηρώντας πὼς ἡ συνείδηση τῆς δικαιοσύνης εἶχε τόσο πολὺ διαποτίσει τὴν ἑλληνικὴ ψυχή, ὥστε νὰ γίνει κανόνας τοῦ φυσικοῦ κόσµου.
Καὶ ἕνας ἀπὸ τοὺς διδασκάλους µου, τῶν ἀρχῶν τοῦ περασµένου αἰώνα, γράφει: «… θὰ χαθοῦµε, γιατί ἀδικήσαµε …». Αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος ἦταν ἀγράµµατος. Εἶχε µάθει νὰ γράφει στὰ τριάντα πέντε χρόνια τῆς ἡλικίας του. Ἀλλὰ στὴν Ἑλλάδα τῶν ἡµερῶν µας, ἡ προφορικὴ παράδοση πηγαίνει µακριὰ στὰ περασµένα ὅσο καὶ ἡ γραπτή. Τὸ ἴδιο καὶἡ ποίηση. Εἶναι γιὰ µένα σηµαντικὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ Σουηδία θέλησε νὰ τιµήσει καὶ τούτη τὴν ποίηση καὶ ὅλη τὴν ποίηση γενικά, ἀκόµη καὶ ὅταν ἀναβρύζει ἀνάµεσα σ’ἕνα λαὸ περιωρισµένο. Γιατί πιστεύω πὼς τοῦτος ὁ σύγχρονος κόσµος ὅπου ζοῦµε, ὁ τυρρανισµένος ἀπὸ τὸ φόβο καὶ τὴν ἀνησυχία, τὴ χρειάζεται τὴν ποίηση. Ἡ ποίηση ἔχει τὶς ρίζες της στὴν ἀνθρώπινη ἀνάσα –καὶ τί θὰ γινόµασταν ἂν ἡ πνοή µας λιγόστευε; Εἶναι µία πράξη ἐµπιστοσύνης– κι ἕνας Θεὸς τὸ ξέρει, ἂν τὰ δεινά µας δὲν τὰ χρωστᾶµε στὴν στέρηση ἐµπιστοσύνης.
Παρατήρησαν, τὸν περασµένο χρόνο γύρω ἀπὸ τοῦτο τὸ τραπέζι, τὴν πολὺ µεγάλη διαφορὰ ἀνάµεσα στὶς ἀνακαλύψεις τῆς σύγχρονης ἐπιστήµης καὶ στὴ λογοτεχνία. Παρατήρησαν πὼς ἀνάµεσα σ’ ἕνα ἀρχαῖο ἑλληνικὸ δράµα καὶ ἕνα σηµερινό, ἡ διαφορὰ εἶναι λίγη. Ναί, ἡ συµπεριφορὰ τοῦ ἀνθρώπου δὲν µοιάζει νὰ ἔχει ἀλλάξει βασικά. Καὶ πρέπει νὰ προσθέσω, πὼς νιώθει πάντα τὴν ἀνάγκη ν’ ἀκούσει τούτη τὴν ἀνθρώπινη φωνὴ ποὺ ὀνοµάζουµε ποίηση. Αὐτὴ ἡ φωνὴ ποὺ κινδυνεύει νὰ σβήσει κάθε στιγµὴ ἀπὸ στέρηση ἀγάπης καὶ ὁλοένα ξαναγεννιέται. Κυνηγηµένη, ξέρει ποὺ νὰ ’βρει καταφύγιο, ἀπαρνηµένη, ἔχει τὸἔνστικτο νὰ πάει νὰ ριζώσει στοὺς πιὸ ἀπροσδόκητους τόπους. Γι’ αὐτὴ δὲν ὑπάρχουν µεγάλα καὶ µικρὰ µέρη τοῦ κόσµου. Τὸ βασίλειό της εἶναι στὶς καρδιὲς ὅλων τῶν ἀνθρώπων τῆς γῆς. Ἔχει τὴ χάρη ν’ ἀποφεύγει πάντα τὴ συνήθεια, αὐτὴ τὴ βιοµηχανία.
Χρωστῶ τὴν εὐγνωµοσύνη µου στὴν Σουηδικὴ Ἀκαδηµία ποὺ ἔνιωσε αὐτὰ τὰ πράγµατα, ποὺ ἔνιωσε πὼς οἱ γλῶσσες, οἱ λεγόµενες περιωρισµένης χρήσης, δὲν πρέπει νὰ καταντοῦν φράχτες, ὅπου πνίγεται ὁ παλµὸς τῆς ἀνθρώπινης καρδιᾶς, ποὺ ἔγινε ἕνας Ἄρειος Πάγος ἱκανός νὰ κρίνει µὲ ἀλήθεια ἐπίσηµη τὴν ἄδικη µοίρα τῆς ζωῆς, γιὰ νὰ θυµηθῶ τὸν Σέλλεϋ, τὸν ἐµπνευστή, καθώς µᾶς λένε, τοῦ Ἀλφρέδου Νοµπέλ, αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου ποὺ µπόρεσε νὰ ἐξαγοράσει τὴν ἀναπόφευκτη βία µὲ τὴ µεγαλοσύνη τῆς καρδιᾶς του.
Σ’ αὐτὸ τὸν κόσµο, ποὺ ὁλοένα στενεύει, ὁ καθένας µας χρειάζεται ὅλους τούς ἄλλους. Πρέπει ν’ ἀναζητήσουµε τὸν ἄνθρωπο, ὅπου καὶ νὰ βρίσκεται.
Ὅταν στὸ δρόµο τῆς Θήβας, ὁ Οἰδίπους συνάντησε τὴ Σφίγγα, κι αὐτὴ τοῦ ἔθεσε τὸ αἴνιγµά της. Η ἀπόκρισή του ἦταν: Ο ἄνθρωπος. Τούτη ἡ ἁπλὴ λέξη χάλασε τὸ τέρας. Ἔχουµε πολλὰ τέρατα νὰ καταστρέψουµε. Ἂς συλλογιστοῦµε τὴν ἀπόκριση τοῦ Οἰδίποδα.»
Η δήλωση
Ὁ Γιῶργος Σεφέρης στὰ πρῶτα χρόνια τῆς δικτατορίας εἶχε ἐπιλέξει τὴ σιωπὴ καὶ τὴν ἄρνηση νὰ δημοσιεύσει δουλειά του στὴν Ἑλλάδα. Στὶς 28 Μαρτίου τοῦ 1969, δυὸ χρόνια πρὶν τὸν θάνατό του, ἀποφασίζει νὰ μιλήσει γιὰ πρώτη φορὰ δημόσια καὶ νὰ καταγγείλει τὴ Δικτατορία. Ἡ δήλωσή του στὸ BBC ἔκανε τεράστια αἴσθηση στὴν Ἑλλάδα καὶ τὸ ἐξωτερικὸ καὶ ἔδωσε δύναμη, ώθηση καὶ ἐλπίδα στὸ ἀντιδικτατορικὸ κίνημα.
«Πάει καιρὸς ποὺ πῆρα τὴν ἀπόφαση νὰ κρατηθῶ ἔξω ἀπὸ τὰ πολιτικὰ τοῦ τόπου. Προσπάθησα ἄλλοτε νὰ τὸ ἐξηγήσω. Αὐτὸ δὲν σημαίνει διόλου πὼς μοῦ εἶναι ἀδιάφορη ἡ πολιτικὴ ζωή μας. Ἔτσι, ἀπὸ τὰ χρόνια ἐκεῖνα, ὡς τώρα τελευταῖα, ἔπαψα κατὰ κανόνα νὰ ἀγγίζω τέτοια θέματα· ἐξάλλου τὰ ὅσα δημοσίευσα ὡς τὶς ἀρχὲς τοῦ 1967 καὶ ἡ κατοπινὴ στάση μου - δὲν ἔχω δημοσιεύσει τίποτα στὴν Ἑλλάδα ἀπὸ τότε ποὺ φιμώθηκε ἡ ἐλευθερία - ἔδειχναν, μοῦ φαίνεται, ἀρκετὰ καθαρὰ τὴν σκέψη μου.
Μολαταῦτα, μῆνες τώρα, αἰσθάνομαι μέσα μου καὶ γύρω μου, ὁλοένα πιὸ ἐπιτακτικά, τὸ χρέος νὰ πῶ ἕνα λόγο γιὰ τὴν σημερινὴ κατάστασή μας. Μὲ ὅλη τὴ δυνατὴ συντομία, νὰ τί θὰ ἔλεγα:
Κλείνουν δυὸ χρόνια, ποὺ μᾶς ἔχει ἐπιβληθεῖ ἕνα καθεστὼς ὁλωσδιόλου ἀντίθετο μὲ τὰ ἰδεώδη, γιὰ τὰ ὁποῖα πολέμησε ὁ κόσμος μας, καὶ τόσο περίλαμπρα ὁ λαός μας στὸν τελευταῖο παγκόσμιο πόλεμο. Εἶναι μία κατάσταση ὑποχρεωτικῆς νάρκης, ὅπου ὅσες πνευματικὲς ἀξίες κατορθώσαμε νὰ κρατήσουμε ζωντανές, μὲ πόνους καὶ μὲ κόπους, πᾶνε κι αὐτὲς νὰ καταποντισθοῦν μέσα στὰ ἑλώδη στεκούμενα νερά. Δὲν θὰ μοῦ ἦταν δύσκολο νὰ καταλάβω, πῶς τέτοιες ζημιὲς δὲν λογαριάζουν πάρα πολὺ γιὰ ὁρισμένους ἀνθρώπους.
Δυστυχῶς δὲν πρόκειται μόνον γι᾿ αὐτὸ τὸν κίνδυνο. Ὅλοι πιὰ τὸ διδάχτηκαν καὶ τὸ ξέρουν πὼς στὶς δικτατορικὲς καταστάσεις ἡ ἀρχὴ μπορεῖ νὰ μοιάζει εὔκολη, ὅμως ἡ τραγωδία περιμένει ἀναπότρεπτη στὸ τέλος. Τὸ δράμα αὐτοῦ τοῦ τέλους μᾶς βασανίζει, συνειδητὰ ἢ ἀσυνείδητα, ὅπως στοὺς παμπάλαιους χοροὺς τοῦ Αἰσχύλου. Ὅσο μένει ἡ ἀνωμαλία, τόσο προχωρεῖ τὸ κακό.
Εἶμαι ἕνας ἄνθρωπος χωρὶς κανένα ἀπολύτως πολιτικὸ δεσμὸ καί, μπορῶ νὰ τὸ πῶ, μιλῶ χωρὶς φόβο καὶ χωρὶς πάθος. Βλέπω μπροστά μου τὸν γκρεμὸ, ὅπου μᾶς ὁδηγεῖ ἡ καταπίεση, ποὺ κάλυψε τὸν τόπο. Αὐτὴ ἡ ἀνωμαλία πρέπει νὰ σταματήσει. Εἶναι ἐθνικὴ ἐπιταγή.
Τώρα ξαναγυρίζω στὴν σιωπή μου. Παρακαλῶ τὸ Θεὸ νὰ μὴ μὲ φέρει ἄλλη φορὰ σὲ παρόμοια ἀνάγκη νὰ ξαναμιλήσω»
Για να αποζητάς το φως του πνεύματος, για να το έχει ανάγκη η ψυχή σου, για να ρουφάς τις λέξεις και να το αναγνωρίζεις σ΄αυτόν που τις σμίλεψε, για να αντέξεις την Ομορφιά στη ζωή σου πρέπει να είσαι ταπεινός.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα μην φοβάσαι να πεις ευχαριστώ.
«Κράτησα τὴ ζωή μου, μαζί του, γυρεύοντας τὸ νερὸ ποὺ σ᾿ ἀγγίζει
στάλες βαρειὲς πάνω στὰ πράσινα φύλλα, στὸ πρόσωπό σου
μέσα στὸν ἄδειο κῆπο, στάλες στὴν ἀκίνητη δεξαμενὴ
βρίσκοντας ἕνα κύκνο νεκρὸ μέσα στὰ κάτασπρα φτερά του,
δέντρα ζωντανὰ καὶ τὰ μάτια σου προσηλωμένα.»
Γι΄αυτό αξίζει να ζούμε τη ζωή με πάθος!
Φοίβο, ομόρφυνες το απόγευμά μου ξανά. Ευχαριστώ
Ο Σεφέρης μαζί με τον Βρεττάκο και λίγους άλλους έπρεπε να διδάσκεται στα σχολεία και στα πανεπιστήμια μαζί με την ζωή και όλες τις επί μέρους δηλώσεις, συνεντεύξεις, δραστηριότητες και γραπτά του.
ΔιαγραφήΚι εγώ ευχαριστώ Νατάσα για την καλλιτεχνική ματιά σου στα πράγματα.
Τι είναι ο Γιώργος Σεφέρης;
ΑπάντησηΔιαγραφήΕίναι ο άντρας που άνοιξε τους κλειστούς διεθνείς δρόμους για όλους τους επόμενους Έλληνες διανοούμενους και μη.
Είναι ο βαθειὰ λυρικός ποιητής.
Είναι ο στοχαστικὸς και αισθαντικός άνθρωπος.
Όλα τα ζητήματα πού τον ἀπασχόλησαν στην ζωή του, χρησιμοποιώντας το μέγιστο ταλέντο του στη γραφὴ αλλὰ και τις βαθειὲς γνώσεις του της ιστορίας της Ελλάδας, κατάφερε να τα συνδέσει με ενάργεια και σαφήνεια και με ένα λόγο, που μνημειώδης καθὼς ἔρρεε στο χαρτὶ, τον ἔκανε να κερδίσει την παγκόσμια ἀναγνώριση και να καταστεῖ ένας εκ των κορυφαίων ποιητῶν της εποχής του και προφανώς όλων των εποχών.
Αντί σχολίου - απάντησης Ιόλη, βρήκα και θα παραθέσω την περίφημη δήλωση, που είχε κάνει ο μέγας αυτός άνθρωπος κατά της χούντας του 1967, αγνοώντας τις εναντίον του συνέπειες και ενέργειες από τους τρελούς και φανατικούς αξιωματικούς, που δυστυχώς για την Ελλάδα είχαν παράνομα αρπάξει την εξουσία...
ΔιαγραφήἩ δήλωση
Ὁ Γιῶργος Σεφέρης στὰ πρῶτα χρόνια τῆς δικτατορίας εἶχε ἐπιλέξει τὴ σιωπὴ καὶ τὴν ἄρνηση νὰ δημοσιεύσει δουλειά του στὴν Ἑλλάδα. Στὶς 28 Μαρτίου τοῦ 1969, δυὸ χρόνια πρὶν τὸν θάνατό του, ἀποφασίζει νὰ μιλήσει γιὰ πρώτη φορὰ δημόσια καὶ νὰ καταγγείλει τὴ Δικτατορία. Ἡ δήλωσή του στὸ BBC ἔκανε τεράστια αἴσθηση στὴν Ἑλλάδα καὶ τὸ ἐξωτερικὸ καὶ ἔδωσε δύναμη, ώθηση καὶ ἐλπίδα στὸ ἀντιδικτατορικὸ κίνημα.
«Πάει καιρὸς ποὺ πῆρα τὴν ἀπόφαση νὰ κρατηθῶ ἔξω ἀπὸ τὰ πολιτικὰ τοῦ τόπου. Προσπάθησα ἄλλοτε νὰ τὸ ἐξηγήσω. Αὐτὸ δὲν σημαίνει διόλου πὼς μοῦ εἶναι ἀδιάφορη ἡ πολιτικὴ ζωή μας. Ἔτσι, ἀπὸ τὰ χρόνια ἐκεῖνα, ὡς τώρα τελευταῖα, ἔπαψα κατὰ κανόνα νὰ ἀγγίζω τέτοια θέματα· ἐξάλλου τὰ ὅσα δημοσίευσα ὡς τὶς ἀρχὲς τοῦ 1967 καὶ ἡ κατοπινὴ στάση μου - δὲν ἔχω δημοσιεύσει τίποτα στὴν Ἑλλάδα ἀπὸ τότε ποὺ φιμώθηκε ἡ ἐλευθερία - ἔδειχναν, μοῦ φαίνεται, ἀρκετὰ καθαρὰ τὴν σκέψη μου.
Μολαταῦτα, μῆνες τώρα, αἰσθάνομαι μέσα μου καὶ γύρω μου, ὁλοένα πιὸ ἐπιτακτικά, τὸ χρέος νὰ πῶ ἕνα λόγο γιὰ τὴν σημερινὴ κατάστασή μας. Μὲ ὅλη τὴ δυνατὴ συντομία, νὰ τί θὰ ἔλεγα:
Κλείνουν δυὸ χρόνια, ποὺ μᾶς ἔχει ἐπιβληθεῖ ἕνα καθεστὼς ὁλωσδιόλου ἀντίθετο μὲ τὰ ἰδεώδη, γιὰ τὰ ὁποῖα πολέμησε ὁ κόσμος μας καὶ τόσο περίλαμπρα ὁ λαός μας στὸν τελευταῖο παγκόσμιο πόλεμο. Εἶναι μία κατάσταση ὑποχρεωτικῆς νάρκης, ὅπου ὅσες πνευματικὲς ἀξίες κατορθώσαμε νὰ κρατήσουμε ζωντανές, μὲ πόνους καὶ μὲ κόπους, πᾶνε κι αὐτὲς νὰ καταποντιστοῦν μέσα στὰ ἑλώδη στεκούμενα νερά. Δὲν θὰ μοῦ ἦταν δύσκολο νὰ καταλάβω, πῶς τέτοιες ζημιὲς δὲν λογαριάζουν πάρα πολὺ γιὰ ὁρισμένους ἀνθρώπους.
Δυστυχῶς δὲν πρόκειται μόνον γι᾿ αὐτὸ τὸν κίνδυνο. Ὅλοι πιὰ τὸ διδάχτηκαν καὶ τὸ ξέρουν πὼς στὶς δικτατορικὲς καταστάσεις ἡ ἀρχὴ μπορεῖ νὰ μοιάζει εὔκολη, ὅμως ἡ τραγωδία περιμένει ἀναπότρεπτη στὸ τέλος. Τὸ δράμα αὐτοῦ τοῦ τέλους μᾶς βασανίζει, συνειδητὰ ἢ ἀσυνείδητα, ὅπως στοὺς παμπάλαιους χοροὺς τοῦ Αἰσχύλου. Ὅσο μένει ἡ ἀνωμαλία, τόσο προχωρεῖ τὸ κακό.
Εἶμαι ἕνας ἄνθρωπος χωρὶς κανένα ἀπολύτως πολιτικὸ δεσμὸ καί, μπορῶ νὰ τὸ πῶ, μιλῶ χωρὶς φόβο καὶ χωρὶς πάθος. Βλέπω μπροστά μου τὸν γκρεμὸ, ὅπου μᾶς ὁδηγεῖ ἡ καταπίεση, ποὺ κάλυψε τὸν τόπο. Αὐτὴ ἡ ἀνωμαλία πρέπει νὰ σταματήσει. Εἶναι ἐθνικὴ ἐπιταγή.
Τώρα ξαναγυρίζω στὴν σιωπή μου. Παρακαλῶ τὸ Θεὸ νὰ μὴ μὲ φέρει ἄλλη φορὰ σὲ παρόμοια ἀνάγκη νὰ ξαναμιλήσω» !!!
Parlava seduto su un marmo
ΑπάντησηΔιαγραφήsimile a rovina d’antico portale:
sterminato e vuoto a destra il campo
a sinistra scendevano le ombre dal monte:
“La poesia è ovunque. La tua voce
a volte incede al suo fianco
come il delfino che per poco ti accompagna
vascello d’oro nel sole
e poi scompare. La poesia è ovunque
come le ali del vento nel vento
che per un attimo hanno sfiorato le ali del gabbiano.........
Leggo l'articolo.......penso a quest'uomo libero di mente e di parole.....penso allo spirito nutrito di poesia, mi chiedo, potra questa bellezza rovesciare il mondo? E a te Foivos...va il mio totale ringraziamento....per questo mare di cultura.
Α) I wonder, this beauty will be able to overthrow the world ?
ΔιαγραφήΒ) And for you Foivos my total thanks for this sea of culture...
My friend Nadia M.
A) Από πολλά χρόνια έχω κι εγώ αυτόν τον προβληματισμό.
Επειδή δεν είμαι και τόσο οπτιμιστής, πιστεύω ότι αυτό είναι πολύ δύσκολο για να γίνει.
Οι μηχανισμοί της παραπλάνησης και του σκοταδισμού είναι πανίσχυροι και φορούν πολλές, διαφορετικές και γοητευτικές μάσκες.
Είναι τρομερά δύσκολο η ομορφιά και η αλήθεια να φθάσει στους πολλούς ανθρώπους.
Β) Θάλασσα πολιτισμού, θάλασσα κουλτούρας...
Τι υπέροχη έκφραση Νάδια.
Αυτό ακριβώς θέλω να γίνει (και εκεί πάει) το blog αυτό.
MIND.
ΠΝΕΥΜΑ.
Το βάζω σαν σχόλιο στο πρωτότυπο και συγκινητικό αυτό άρθρο, διότι όπως φαίνεται, θα ισχύει για πάντα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ ομιλία του Γ. Σεφέρη κατά την απονομή του βραβείου Νόμπελ σε αυτόν:
«Ἀνήκω σὲ µία χώρα µικρή.
Ἕνα πέτρινο ἀκρωτήρι στὴ Μεσόγειο, ποὺ δὲν ἔχει ἄλλο ἀγαθὸ παρὰ τὸν ἀγώνα τοῦ λαοῦ, τὴν θάλασσα, καὶ τὸ φῶς τοῦ ἥλιου.
Εἶναι µικρὸς ὁ τόπος µας, ἀλλὰ ἡ παράδοσή του εἶναι τεράστια, καὶ τὸ πράγµα ποὺ τὴ χαρακτηρίζει εἶναι ὅτι µᾶς παραδόθηκε χωρὶς διακοπή.
Ἡ ἑλληνικὴ γλῶσσα δὲν ἔπαψε ποτὲ της νὰ µιλιέται. Δέχτηκε τὶς ἀλλοιώσεις ποὺ δέχεται καθετὶ ζωντανό, ἀλλὰ δὲν παρουσιάζει κανένα χάσµα.
Ἄλλο χαρακτηριστικὸ αὐτῆς τῆς παράδοσης εἶναι ἡ ἀγάπη της γιὰ τὴν ἀνθρωπιά, κανόνας της εἶναι ἡ δικαιοσύνη.
Στὴν ἀρχαία τραγωδία, τὴν ὀργανωµένη µὲ τόση ἀκρίβεια, ὁ ἄνθρωπος ποὺ ξεπερνᾶ τὸ µέτρο, πρέπει νὰ τιµωρηθεῖ ἀπὸ τὶς Ἐρινύες.
Ὅσο γιὰ µένα, συγκινοῦµαι παρατηρώντας πὼς ἡ συνείδηση τῆς δικαιοσύνης εἶχε τόσο πολὺ διαποτίσει τὴν ἑλληνικὴ ψυχή, ὥστε νὰ γίνει κανόνας τοῦ φυσικοῦ κόσµου.
Καὶ ἕνας ἀπὸ τοὺς διδασκάλους µου, τῶν ἀρχῶν τοῦ περασµένου αἰώνα, γράφει: «… θὰ χαθοῦµε, γιατί ἀδικήσαµε …». Αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος ἦταν ἀγράµµατος. Εἶχε µάθει νὰ γράφει στὰ τριάντα πέντε χρόνια τῆς ἡλικίας του. Ἀλλὰ στὴν Ἑλλάδα τῶν ἡµερῶν µας, ἡ προφορικὴ παράδοση πηγαίνει µακριὰ στὰ περασµένα ὅσο καὶ ἡ γραπτή. Τὸ ἴδιο καὶἡ ποίηση. Εἶναι γιὰ µένα σηµαντικὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ Σουηδία θέλησε νὰ τιµήσει καὶ τούτη τὴν ποίηση καὶ ὅλη τὴν ποίηση γενικά, ἀκόµη καὶ ὅταν ἀναβρύζει ἀνάµεσα σ’ἕνα λαὸ περιωρισµένο. Γιατί πιστεύω πὼς τοῦτος ὁ σύγχρονος κόσµος ὅπου ζοῦµε, ὁ τυρρανισµένος ἀπὸ τὸ φόβο καὶ τὴν ἀνησυχία, τὴ χρειάζεται τὴν ποίηση. Ἡ ποίηση ἔχει τὶς ρίζες της στὴν ἀνθρώπινη ἀνάσα –καὶ τί θὰ γινόµασταν ἂν ἡ πνοή µας λιγόστευε; Εἶναι µία πράξη ἐµπιστοσύνης– κι ἕνας Θεὸς τὸ ξέρει, ἂν τὰ δεινά µας δὲν τὰ χρωστᾶµε στὴ στέρηση ἐµπιστοσύνης.
Παρατήρησαν, τὸν περασµένο χρόνο γύρω ἀπὸ τοῦτο τὸ τραπέζι, τὴν πολὺ µεγάλη διαφορὰ ἀνάµεσα στὶς ἀνακαλύψεις τῆς σύγχρονης ἐπιστήµης καὶ στὴ λογοτεχνία. Παρατήρησαν πὼς ἀνάµεσα σ’ ἕνα ἀρχαῖο ἑλληνικὸ δράµα καὶ ἕνα σηµερινό, ἡ διαφορὰ εἶναι λίγη. Ναί, ἡ συµπεριφορὰ τοῦ ἀνθρώπου δὲν µοιάζει νὰ ἔχει ἀλλάξει βασικά. Καὶ πρέπει νὰ προσθέσω, πὼς νιώθει πάντα τὴν ἀνάγκη ν’ ἀκούσει τούτη τὴν ἀνθρώπινη φωνὴ ποὺ ὀνοµάζουµε ποίηση. Αὐτὴ ἡ φωνὴ ποὺ κινδυνεύει νὰ σβήσει κάθε στιγµὴ ἀπὸ στέρηση ἀγάπης καὶ ὁλοένα ξαναγεννιέται. Κυνηγηµένη, ξέρει ποὺ νὰ ’βρει καταφύγιο, ἀπαρνηµένη, ἔχει τὸἔνστικτο νὰ πάει νὰ ριζώσει στοὺς πιὸ ἀπροσδόκητους τόπους. Γι’ αὐτὴ δὲν ὑπάρχουν µεγάλα καὶ µικρὰ µέρη τοῦ κόσµου. Τὸ βασίλειό της εἶναι στὶς καρδιὲς ὅλων τῶν ἀνθρώπων τῆς γῆς. Ἔχει τὴ χάρη ν’ ἀποφεύγει πάντα τὴ συνήθεια, αὐτὴ τὴ βιοµηχανία.
Χρωστῶ τὴν εὐγνωµοσύνη µου στὴ Σουηδικὴ Ἀκαδηµία ποὺ ἔνιωσε αὐτὰ τὰ πράγµατα, ποὺ ἔνιωσε πὼς οἱ γλῶσσες, οἱ λεγόµενες περιωρισµένης χρήσης, δὲν πρέπει νὰ καταντοῦν φράχτες, ὅπου πνίγεται ὁ παλµὸς τῆς ἀνθρώπινης καρδιᾶς, ποὺ ἔγινε ἕνας Ἄρειος Πάγος ἱκανός νὰ κρίνει µὲ ἀλήθεια ἐπίσηµη τὴν ἄδικη µοίρα τῆς ζωῆς, γιὰ νὰ θυµηθῶ τὸν Σέλλεϋ, τὸν ἐµπνευστή, καθώς µᾶς λένε, τοῦ Ἀλφρέδου Νοµπέλ, αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου ποὺ µπόρεσε νὰ ἐξαγοράσει τὴν ἀναπόφευκτη βία µὲ τὴ µεγαλοσύνη τῆς καρδιᾶς του.
Σ’ αὐτὸ τὸν κόσµο, ποὺ ὁλοένα στενεύει, ὁ καθένας µας χρειάζεται ὅλους τούς ἄλλους. Πρέπει ν’ ἀναζητήσουµε τὸν ἄνθρωπο, ὅπου καὶ νὰ βρίσκεται.
Ὅταν στὸ δρόµο τῆς Θήβας, ὁ Οἰδίπους συνάντησε τὴ Σφίγγα, κι αὐτὴ τοῦ ἔθεσε τὸ αἴνιγµά της. Η ἀπόκρισή του ἦταν: Ο ἄνθρωπος. Τούτη ἡ ἁπλὴ λέξη χάλασε τὸ τέρας. Ἔχουµε πολλὰ τέρατα νὰ καταστρέψουµε. Ἂς συλλογιστοῦµε τὴν ἀπόκριση τοῦ Οἰδίποδα.»
Τίποτα άλλο.
Την ομιλία αυτή - ιστορικό κείμενο - ανθρώπινο θησαυρό θα την βάλω μέσα στο άρθρο Άντζι.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕλπίζω να συμφωνείς.
Καμμιά αντίρρηση.
Διαγραφή...e il mare si trasformò.....in oceano......
ΑπάντησηΔιαγραφήΣε μια ομιλία του στις 16 Απριλίου του 1964, στην Φιλοσοφική σχολή Θεσσαλονίκης ο μεγάλος ποιητής αναφέρει μεταξύ άλλων τα εξής:
ΑπάντησηΔιαγραφή"...είμαστε ένας λαός με παλικαρίσια ψυχή, που κράτησε τα βαθιά κοιτάσματα της μνήμης του σε καιρούς ακμής και σε αιώνες διωγμών και άδειων λόγων. Τώρα που ο τριγυρινός μας κόσμος μοιάζει να θέλει να μας κάνει τρόφιμους ενός οικουμενικού πανδοχείου, θα την απαρνηθούμε άραγε αυτή τη μνήμη; Θα το παραδεχτούμε τάχα να γίνουμε απόκληροι;"
Είναι αυτές οι ρίζες που δεν πρέπει να λυσμονούνται στον βωμό καμίας ανάπτυξης....
Γιώργος Σεφέρης ..... ο μέγας ποιητής, πολιτικός, σοφός, προφήτης.......
Εξαίρετη δουλεια Φοίβο.......
Συνήθως, από ένα τίποτα γίνεται ο παράδεισος...
ΑπάντησηΔιαγραφήΉ η κόλαση.
Ο σοφός ποιητής ήξερε από μόνος του πολλά και είχε μάθει σχεδόν τα πάντα για το σχεδιαζόμενο μέλλον της ανθρωπότητας κατά την πολύχρονη θητεία του σαν ανώτερος διπλωματικός υπάλληλος.
Είχε βιώσει την αλλαγή της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, την παραδοχή ως κανόνα της ενός κρυπτοφασιστικού δόγματος περί παγκόσμιας ανάμειξης και ώσμωσης, και ΕΙΧΕ ΔΙΕΙΔΕΙ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΜΕ ΑΚΡΙΒΕΙΑ.
Εντελώς συγκλονιστικό να μιλάς για "οικουμενικό πανδοχείο" το 1964.
ΜΕΓΑΣ, όπως τον λες Ιωάννα.
Σε ευχαριστώ.