and 1 of the 300 Spartans ή το πιο σημαντικό εξαήμερο που έχει ποτέ ζήσει ο κόσμος...
Πιττακός ο Μυτιληναίος
"Αρχή άνδρα δείκνυσι"
"Η εξουσία φανερώνει τον άνδρα"
"Η εξουσία φανερώνει τον άνδρα"
Ίων Δραγούμης, "Μαρτύρων και Ηρώων Αίμα"
"Όλα έμεναν άκαρπα χωρίς τον Ήρωα.
Χρειάσθηκε ο θάνατος ενός παλληκαριού,
για να δώσει πνοή ζωής στις πρώτες εκείνες ενέργειες και σ’ όλα τα σχέδια.
Τα λόγια των Ελλήνων έμεναν λόγια
Χρειάσθηκε ο θάνατος ενός παλληκαριού,
για να δώσει πνοή ζωής στις πρώτες εκείνες ενέργειες και σ’ όλα τα σχέδια.
Τα λόγια των Ελλήνων έμεναν λόγια
ώσπου να έλθει ο θάνατος να τα ζωντανέψει.
Ο θάνατος δεν είναι λόγια, είναι αλήθεια,
Ο θάνατος είναι ζωή."
Ο θάνατος δεν είναι λόγια, είναι αλήθεια,
Ο θάνατος είναι ζωή."
Ο
Δημάρατος, πρώην βασιλιάς στην Σπάρτη, καταδικασμένος σε θάνατο,
είχε διαφύγει στην Περσία και είχε γίνει σύμβουλος του Ξέρξη. Στην πραγματικότητα όμως ήταν ο πρώτος υπέρ-πράκτωρ. Ο πρώτος James Bond. Ήταν σε συνεχή επαφή με την ευφυέστατη βασίλισσα Γοργώ, την σύζυγο του Λεωνίδα και σε αυτήν έστελνε κρυπτογραφημένες πληροφορίες, καλυμμένες κάτω από κερί! Κατ' αυτό τον τρόπο οι Σπαρτιάτες ήταν πολύ πιο μπροστά από τους άλλους Έλληνες και από τους Πέρσες στο καυτό ζήτημα των πληροφοριών, η δε Γοργώ αποδεικνύεται ότι είχε βασική επιρροή και συμμετοχή στη δημιουργία του θαύματος των Θερμοπυλών.
Ο Δημάρατος λοιπόν μετά από
ερώτηση του Πέρση βασιλιά, έδωσε τις παρακάτω συνοπτικές πληροφορίες για
τους Έλληνες και για τους Σπαρτιάτες ειδικώτερα σύμφωνα με τον
Ηρόδοτο.
"Οι Έλληνες είναι λαός φτωχός αλλά προικισμένος με μεγάλες
αρετές. Οι άντρες αυτοί ετοιμάζονται για να πολεμήσουν και έχουν την
συνήθεια πριν τη μάχη, να στολίζονται και να φορούν στεφάνι στα μαλλιά. Να
γνωρίζεις πως αν καθυποτάξεις και τους Σπαρτιάτες, κανένα άλλο έθνος δεν
θα τολμήσει να σου αντισταθεί. Πολεμάς με ένδοξο λαό και γενναιότατους
άντρες".
Ο Δημάρατος, πρώην βασιλιάς στην Σπάρτη, καταδικασμένος σε θάνατο, είχε διαφύγει στην Περσία και είχε γίνει σύμβουλος του Ξέρξη. Στην πραγματικότητα όμως ήταν ο πρώτος υπέρ-πράκτωρ. Ο πρώτος James Bond. Ήταν σε συνεχή επαφή με την ευφυέστατη βασίλισσα Γοργώ, την σύζυγο του Λεωνίδα και σε αυτήν έστελνε κρυπτογραφημένες πληροφορίες, καλυμμένες κάτω από κερί! Κατ' αυτό τον τρόπο οι Σπαρτιάτες ήταν πολύ πιο μπροστά από τους άλλους Έλληνες και από τους Πέρσες στο καυτό ζήτημα των πληροφοριών, η δε Γοργώ αποδεικνύεται ότι είχε βασική επιρροή και συμμετοχή στη δημιουργία του θαύματος των Θερμοπυλών.
Ο Δημάρατος λοιπόν μετά από ερώτηση του Πέρση βασιλιά, έδωσε τις παρακάτω συνοπτικές πληροφορίες για τους Έλληνες και για τους Σπαρτιάτες ειδικώτερα σύμφωνα με τον Ηρόδοτο.
"Οι Έλληνες είναι λαός φτωχός αλλά προικισμένος με μεγάλες αρετές. Οι άντρες αυτοί ετοιμάζονται για να πολεμήσουν και έχουν την συνήθεια πριν τη μάχη, να στολίζονται και να φορούν στεφάνι στα μαλλιά. Να γνωρίζεις πως αν καθυποτάξεις και τους Σπαρτιάτες, κανένα άλλο έθνος δεν θα τολμήσει να σου αντισταθεί. Πολεμάς με ένδοξο λαό και γενναιότατους άντρες".Για κείνους που πέθαναν στις Θερμοπύλες, ένδοξη η τύχη, ωραίος ο θάνατος, βωμός ο τάφος, μνήμη παντοτινή αντί για θρήνος, κι η μοίρα τους αντικείμενο εγκωμίων. Σάβανο σαν κι αυτό μήτε η σαπίλα, μήτε ο χρόνος ο πανδαμάτορας θα αμαυρώσει των γενναίων ανδρών. Και το μνήμα την καλή φήμη της Ελλάδας διάλεξε για ένοικό του. Μάρτυρας είναι ο Λεωνίδας, ο βασιλιάς της Σπάρτης, που μέγα στολίδι άφησε πίσω του την αρετή και δόξα αιώνια.
Είναι αποδεδειγμένο ότι οι Σπαρτιάτες ήταν στρατιώτες εφ' όρου ζωής: Από τα 20 έως τα 60 τους χρόνια, οι άνδρες ασκούνταν, έτρωγαν ασκητικά και κοιμόντουσαν ανά 15 άτομα μαζί σε σκηνές.
Ο βασιλιάς των Μακεδόνων Αλέξανδρος (παππούς του
Μεγάλου Αλεξάνδρου), προκειμένου να βοηθήσει τους άλλους Έλληνες κατά την κρίσιμη στιγμή της μαζικής και οργανωμένης εκστρατείας του Ξέρξη, προσποιήθηκε ότι προδίδει τους συμπατριώτες του και συμπράττει με τους Πέρσες, με τον σκοπό να
μάθει τα πολεμικά τους σχέδια και να ενημερώσει τους Έλληνες για τις
κινήσεις και τις προθέσεις του Πέρση βασιλιά. Εδώ υπάρχει άλλος ένας υπέρ-πράκτωρ, άλλος ένας έτοιμος να θυσιασθεί για την πατρίδα του, ο οποίος έκανε παρεμφερή δουλειά με αυτή του Δημάρατου.
Το γεγονός αυτό, εκτός από τον απίστευτο ηρωισμό του Αλέξανδρου, αποδεικνύει και την σταθερή και αμετακίνητη γνώση και πεποίθηση των Μακεδόνων περί της ελληνικότητάς τους. Άλλωστε είχαν την ίδια προέλευση και καταγωγή με τους Σπαρτιάτες και εκαυχώντο γι' αυτό (Ηρακλειδείς, απόγονοι του Ηρακλή).
Η Πυθία είχε χρησμοδοτήσει για τα περίφημα "ξύλινα τείχη". Επακολούθησε μεγάλη σύγχυση, γιατί δόθηκαν πολλές διαφορετικές ερμηνείες. Ο Θεμιστοκλής έδωσε την καλλίτερη με την ανάγκη ναυπήγησης πλοίων. Άλλοι αποφάσισαν να κλείσουν με ξύλινα τείχη τον Ισθμό της Κορίνθου, που και αυτός ήταν στενή και κατάλληλη για πόλεμο τοποθεσία, όχι όμως τόσο καλή και προσφερόμενη, όσο οι Θερμοπύλες.
Οι τελευταίες, εκτός από ιδανικές για την αναχαίτιση του Ξέρξη, είχαν στην περιοχή τους το μεγάλο Ιερό των Αμφικτυονιών και της Δήμητρας και ένα επίσης μεγάλο Ιερό του Ηρακλή, Ιερά τα οποία έπρεπε να προστατευθούν.
Οι 5 Έφοροι, που διοικούσαν την Σπάρτη και όχι οι 2 βασιλείς, υποστήριξαν (κακώς για άλλη μια φορά) τη λύση του Ισθμού. Γι' αυτό και δεν έδωσαν ισχυρό στρατό στον Λεωνίδα, παρά μόνο την φρουρά του.
Είχαν συμπέσει τότε κατά κακή σύμπτωση και οι 9ήμερες εορτές του Καρνείου Απόλλωνα, κατά τις οποίες απαγορευόταν οποιαδήποτε συμμετοχή σε πόλεμο.
Παρ' όλα αυτά κοντά στον Λεωνίδα συγκεντρώθηκαν από διάφορες ελληνικές πόλεις συνολικά 7000 οπλίτες, και όπως θα δούμε παρακάτω, εάν οι Φωκαείς έκαναν το στοιχειώδες καθήκον τους, δηλαδή να αποτρέψουν το μέτριας ισχύος στρατιωτικό απόσπασμα του Πέρση Υδάρνη, να περάσει από την στενωπό του Ασωπού, η έκβαση της μάχης θα ήταν τελείως διαφορετική, και ο ευφυής και άδολος και με σπάνιες ικανότητες Λεωνίδας μπορεί να ζούσε και να ένωνε (όπως ονειρευόταν) την αγαπημένη του πατρίδα, πράγμα που ήδη από τότε ήταν το όνειρο όλων των πάνω από τα στενά όρια της πόλης-κράτους ευρισκομένων, οι οποίοι έβλεπαν ότι αυτό το σύστημα διακυβέρνησης έπρεπε να βελτιωθεί ή να αλλάξει, προκειμένου να καταστεί ικανό να υπερασπισθεί τον πολιτισμό από τα επάλληλα κύματα των επίδοξων λεηλατών και κατακτητών.
Η Πυθία είχε χρησμοδοτήσει για τα περίφημα "ξύλινα τείχη". Επακολούθησε μεγάλη σύγχυση, γιατί δόθηκαν πολλές διαφορετικές ερμηνείες. Ο Θεμιστοκλής έδωσε την καλλίτερη με την ανάγκη ναυπήγησης πλοίων. Άλλοι αποφάσισαν να κλείσουν με ξύλινα τείχη τον Ισθμό της Κορίνθου, που και αυτός ήταν στενή και κατάλληλη για πόλεμο τοποθεσία, όχι όμως τόσο καλή και προσφερόμενη, όσο οι Θερμοπύλες.
Οι τελευταίες, εκτός από ιδανικές για την αναχαίτιση του Ξέρξη, είχαν στην περιοχή τους το μεγάλο Ιερό των Αμφικτυονιών και της Δήμητρας και ένα επίσης μεγάλο Ιερό του Ηρακλή, Ιερά τα οποία έπρεπε να προστατευθούν.
Οι 5 Έφοροι, που διοικούσαν την Σπάρτη και όχι οι 2 βασιλείς, υποστήριξαν (κακώς για άλλη μια φορά) τη λύση του Ισθμού. Γι' αυτό και δεν έδωσαν ισχυρό στρατό στον Λεωνίδα, παρά μόνο την φρουρά του.
Είχαν συμπέσει τότε κατά κακή σύμπτωση και οι 9ήμερες εορτές του Καρνείου Απόλλωνα, κατά τις οποίες απαγορευόταν οποιαδήποτε συμμετοχή σε πόλεμο.
Παρ' όλα αυτά κοντά στον Λεωνίδα συγκεντρώθηκαν από διάφορες ελληνικές πόλεις συνολικά 7000 οπλίτες, και όπως θα δούμε παρακάτω, εάν οι Φωκαείς έκαναν το στοιχειώδες καθήκον τους, δηλαδή να αποτρέψουν το μέτριας ισχύος στρατιωτικό απόσπασμα του Πέρση Υδάρνη, να περάσει από την στενωπό του Ασωπού, η έκβαση της μάχης θα ήταν τελείως διαφορετική, και ο ευφυής και άδολος και με σπάνιες ικανότητες Λεωνίδας μπορεί να ζούσε και να ένωνε (όπως ονειρευόταν) την αγαπημένη του πατρίδα, πράγμα που ήδη από τότε ήταν το όνειρο όλων των πάνω από τα στενά όρια της πόλης-κράτους ευρισκομένων, οι οποίοι έβλεπαν ότι αυτό το σύστημα διακυβέρνησης έπρεπε να βελτιωθεί ή να αλλάξει, προκειμένου να καταστεί ικανό να υπερασπισθεί τον πολιτισμό από τα επάλληλα κύματα των επίδοξων λεηλατών και κατακτητών.
Ο Εφιάλτης δεν ήταν ένας ανάπηρος γιος σπαρτιατικής οικογένειας, που για να διασωθεί από τον Καιάδα, τον είχαν στείλει οι γονείς του να μεγαλώσει στην Αρκαδία, όπως λέει η διάσημη ταινία. Ήταν ένας
φιλόδοξος κάτοικος γειτονικού χωριού των Θερμοπυλών, ο οποίος δελεάσθηκε από τα πλούτη
και τις τιμές, που του έταξε Ο Ξέρξης. Έτσι οδήγησε τον Πέρση στρατηγό
Υδάρνη με τους στρατιώτες του (όχι πολύ ισχυρό στρατιωτικό απόσπασμα) στην χαράδρα του Ασωπού, όπου συνάντησαν
τους 1000 Φωκαείς, που φρουρούσαν την ατραπό συγκεντρωμένοι σε κάποιο οχυρό σημείο και τους ενόχλησαν με τον θόρυβο που έκαναν και τους ξύπνησαν...
Οι Φωκαείς αντιλαμβάνονται πως οι Πέρσες δεν ενδιαφέρονται γι' αυτούς και αντί να τους επιτεθούν και να τους ανακόψουν, επαναπαύονται στην ανδρεία των τριακοσίων, να αντιμετωπίσουν και αυτή την από τα νώτα περσική επίθεση.
Αν οι Φωκαείς είχαν κάνει το αυτονόητο και είχαν κρατήσει άμυνα, η ροή της ιστορίας θα είχε εξελιχθεί εντελώς διαφορετικά.
Οι Πέρσες ήταν πλέον προ των πυλών και οι Έλληνες αρχηγοί (με συνολικά 7000 οπλίτες) είχαν συζητήσεις και διενέξεις. Αρκετοί αρχηγοί
αποσύρθηκαν με τα στρατεύματα τους βλέποντας το αδύνατο της αντίστασης. Ο Λεωνίδας
έδωσε εντολή να αποσυρθούν όλοι οι σύμμαχοι Έλληνες στρατιώτες, καθώς τους
θεώρησε απρόθυμους να αντιμετωπίσουν τον ισχυρό
εχθρό, βλέποντας όμως το θέμα και από τη δική τους πλευρά και σκεπτόμενος ότι σε σύντομο χρονικό διάστημα η πατρίδα θα χρειαζόταν άμεσα αυτούς τους εμπειροπόλεμους (αλλά όχι σαν τους Σπαρτιάτες) πολεμιστές.
Οι Θεσπιείς, πραγματικοί ήρωες και αυτοί, με Αρχηγό τον Δημόφιλο παρέμειναν στο πλευρό του Λεωνίδα με δική τους θέληση, δηλώνοντας πως αρνούνται να εγκαταλείψουν τους 300 Σπαρτιάτες.
Τόσο όμορφα το αφηγείται ο Ηρόδοτος "Έτσι οι Θεσπιείς έζησαν με τους Σπαρτιάτες και πέθαναν μαζί τους"...
Οι Φωκαείς αντιλαμβάνονται πως οι Πέρσες δεν ενδιαφέρονται γι' αυτούς και αντί να τους επιτεθούν και να τους ανακόψουν, επαναπαύονται στην ανδρεία των τριακοσίων, να αντιμετωπίσουν και αυτή την από τα νώτα περσική επίθεση.
Αν οι Φωκαείς είχαν κάνει το αυτονόητο και είχαν κρατήσει άμυνα, η ροή της ιστορίας θα είχε εξελιχθεί εντελώς διαφορετικά.
Οι Θεσπιείς, πραγματικοί ήρωες και αυτοί, με Αρχηγό τον Δημόφιλο παρέμειναν στο πλευρό του Λεωνίδα με δική τους θέληση, δηλώνοντας πως αρνούνται να εγκαταλείψουν τους 300 Σπαρτιάτες.
Τόσο όμορφα το αφηγείται ο Ηρόδοτος "Έτσι οι Θεσπιείς έζησαν με τους Σπαρτιάτες και πέθαναν μαζί τους"...
Aφού ο Λεωνίδας αρνήθηκε άλλη μια πρόταση του Ξέρξη, την τελευταία, να γίνει βασιλιάς μιας φόρου υποτελούς Ελλάδας, το πρωί της μεγάλης ημέρας, της έκτης και τελευταίας, οι πολεμιστές
γυάλισαν τα δόρατα και τις ασπίδες τους, ακόνισαν τα ξίφη τους και έκαναν
λουτρό. Χτένισαν και αρωμάτισαν τα μακριά μαλλιά τους και κάθησαν σε
δείπνο.
Η πρόποση του Λεωνίδα λιτή: "Συμπατριώτες, ας προγευματίσουμε
λιτά, αφού το βράδυ θα φάμε πλουσιοπάροχα στο Βασίλειο του Πλούτωνα".
Μετά επακολούθησε η τελευταία μάχη, το τέλος των σπουδαιότερων έξι ημερών της παγκόσμιας Ιστορίας και το τέλος του αγνότερου και γνησιότερου ήρωα, του ήρωα που τόλμησε να εκστομίσει το ΜΟΛΩΝ ΛΑΒΕ στην μεγαλύτερη στρατιά που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα.
Μετά επακολούθησε η τελευταία μάχη, το τέλος των σπουδαιότερων έξι ημερών της παγκόσμιας Ιστορίας και το τέλος του αγνότερου και γνησιότερου ήρωα, του ήρωα που τόλμησε να εκστομίσει το ΜΟΛΩΝ ΛΑΒΕ στην μεγαλύτερη στρατιά που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα.
Ώ ξειν', ἀγγέλειν Λακεδαιμονίοις ότι τήδε κείμεθα,
τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι
(Επιτάφιος των Θερμοπυλών,
επίγραμμα Σιμωνίδη)
Όλοι γνωρίζουν την σημασία της μάχης των Θερμοπυλών. Οι περισσότεροι λαοί έχουν αντλήσει το αιώνιο και γι' αυτούς παράδειγμα της απόλυτης ανδρείας, αυταπάρνησης και φιλοπατρίας από τον Λεωνίδα και τους 300 του.
Οι Σαμουράι στην Ιαπωνία έχουν τους 300 σαν αθάνατα πρότυπά τους.
Οι Αμερικανοί από τότε που ανεξαρτητοποιήθηκαν από την Αγγλία, διδάσκουν συστηματικά τα γεγονότα της μάχης των Θερμοπυλών και τα διδάγματά της στις στρατιωτικές σχολές τους.
Το ίδιο πράγμα κάνουν με σύστημα και συνέπεια και πάρα πολλά άλλα κράτη.
Η Υπέρτατη γενναιότητα των 300 όμως επηρεάζει όλες τις κατηγορίες της ανθρώπινης δραστηριότητας.
Έτσι δεν θα μπορούσε και η σύγχρονη λογοτεχνία, να μην εμπνευσθεί από αυτή τη μόνιμη πηγή έμπνευσης.
Μια φίλη μού έδωσε ένα εκπληκτικό κείμενο από τη γειτονική Ιταλία, το οποίο έχει πραγματικά συγκλονιστική αμεσότητα, καθώς περιγράφει με ενάργεια και πρωτοτυπία τις τελευταίες στιγμές ενός οπλίτη από τους 300, ενός από εκείνους που έσωσαν κάθε μορφή του σημερινού πολιτισμού.
Πηγαίνω να πεθάνω αύριο.
Πηγαίνω να πεθάνω αύριο και γράφω αυτά τα λόγια, κάτω από το φως ενός πυρσού περιμένοντας το ξημέρωμα.
Συλλογίζομαι ότι η φαντασμαγορία των αστεριών και η λάμψη τους, είναι πολύ διαφορετική από το σκοτάδι που περιβάλλει τα πτώματα, που βρίσκονται μπροστά μου.
Οι ίδιες λάμψεις, που όμως είναι χρωματισμένες με την κόκκινη λάσπη που ποδοπατώ και που η στυφή τους μυρωδιά με αηδιάζει τόσο, όσο και η γνώση τού ότι αύριο θα είμαι ένας από αυτούς.
Εγώ ο Αγαθοκλής, Σπαρτιάτης στρατιώτης, φυλάω το πέρασμα των Θερμοπυλών.
Ξέρω ότι σήμερα είμαστε περικυκλωμένοι και ότι ο τόπος αυτός θα είναι ο τάφος μου, και ενώ το σκέπτομαι το στομάχι μου νοιώθει το κρύο, σαν ήδη να έχει εισβάλει η ψύχρα τού θανάτου στο σώμα μου.
Γι’ αυτό γράφω προσεκτικά, και κάνοντας το, τα χέρια μου σταματούν να τρέμουν και οι φόβοι μου σβήνουν.
Όχι, δεν θα προσπαθήσω να φύγω μέσα στο σκοτάδι, αντίθετα γράφω και τα λόγια μου αυτά θα μιλούν, όταν αύριο θα είμαι νεκρός.
Θα σας εξηγήσουν το γιατί δέχομαι το πεπρωμένο μου, έτσι ώστε να κάνουν κατανοητά τα κίνητρα, εκείνων που περιμένουν το θάνατο εδώ.
Εμείς, οι Σπαρτιάτες τού Λεωνίδα, οι φρουροί τού βασιλιά, λένε ότι είμαστε οι μόνοι άνδρες, οι οποίοι είχαν επιλεγεί μεταξύ εκείνων, που έχουν τη μεγαλύτερη περιφρόνηση προς τον πλούτο και την πολυτέλεια, και δεν αφεθήκαμε ποτέ να διαφθαρούμε από τον χρυσό αλλά σας λέω ειλικρινά ότι όποιος ισχυρισθεί κάτι τέτοιο, ψεύδεται.
Στην Κόρινθο, για πρώτη φορά είδαμε χρυσό και ασήμι σε αφθονία και σιγά - σιγά αρχίσαμε να ανυπομονούμε για τη λεία, όμως πολύ γρήγορα αντικρύσαμε αδελφό να μαλώνει με τον αδερφό του για ένα ασημένιο κύπελλο, ή τους άνδρες που είχαν πολεμήσει μαζί, να μαλώνουν για μια σκλάβα με πράσινα μάτια.
Ο Λεωνίδας μας είδε κυριευμένους από την απληστία και μας κάλεσε στην αγορά. Εκεί, έρριξε ό,τι τού αναλογούσε στο έδαφος και είπε:
«Eδώ είναι μερίδιο μου, αλληλοσκοτωθείτε, για να το πάρετε»
Εμείς, οι τριακόσιοι άνδρες τής φρουράς του, ντροπιασμένοι, ρίξαμε κάτω τον πλούτο μας με τον ίδιο τρόπο.
Από εκείνο το βράδυ βγήκαμε μέσα από το μαρμάρινο ανάκτορο και κοιμόμαστε έξω από την πόλη κάτω από λινές σκηνές μας.
Όλοι οι άνδρες τού στρατού τής Σπάρτης μας επαίνεσαν και είπαν: "Αυτοί είναι οι μόνοι άνδρες, που δεν είναι δυνατόν να δωροδοκηθούν."
Όμως για να μοιραστούμε τον χρυσό δεν μας ενδιέφερε πλέον, επειδή είδαμε την τιμή τής χλιδής που μας φάνηκε τόσο υψηλή, ώστε ούτε και ένας από τους τριακοσίους είχε το κουράγιο να παραμείνει στην πόλη.
Έτσι, όταν αναγνωρίσαμε τον Ξέρξη, πάνω στο λόφο, ντυμένο με μετάξι δεμένο με πολύτιμους λίθους, αδιαφορήσαμε για τα πλούτη του.
Βέβαια, το ίδιο βράδυ αυτός μας πρόσφερε ένα τεράστιο φορτίο χρυσού, προκειμένου να φύγουμε από το πέρασμα και νοιώσαμε πάλι το σκουλήκι τής απληστίας μέσα μας, και νομίζω ότι ο καθένας αισθάνθηκε την επιθυμία τού πλούτου, ώστε να εγκαταλείψει τον αγωνιστικό χώρο, προκειμένου να ζήσει, αλλά ο Λεωνίδας στήθηκε πάλι μπροστά μας.
Αυτός μας γνωρίζει και γι 'αυτό δεν μίλησε για την τιμή, για τη δόξα ή για την Πατρίδα, γιατί ήξερε ότι αυτή τη φορά αυτοί οι ορισμοί θα ήταν κούφιες λέξεις στα αυτιά μας μπροστά στην λέξη ζωή.
"Ίσως κάποιος θέλει να συνεχίζει να ζει στην Κόρινθο -είπε- και όποιος θέλει, μπορεί να λάβει το μερίδιο του και να μ' αφήσει. Σε όποιον θα το κάνει τού προτείνω να φορτώσει πολύ χρυσό, προκειμένου να ξεχάσει τα πρόσωπα των φίλων που θα αφήσει πίσω του και για να του χρησιμεύσει ακόμα, προκειμένου να ξεχάσει το αίμα αυτών που θα πεθάνουν από την προδοσία του πέρα εκεί στο στενό πέρασμα".
Αυτό δήλωσε, μετά κοίταζε σιωπηλός, ενώ κανείς δεν κινήθηκε και κανένας από μας δεν πέταξε τα όπλα και ότι για μια στιγμή, μόνο για μια αιώνια στιγμή, θα χαιρόταν να είναι εκεί μαζί με τον βασιλιά μας.
Αυτό συνέβη και όποιος λέει αλλιώς, αξίζει να πεθάνει!
Για εμάς, τους Σπαρτιάτες τού Λεωνίδα, φρουρούς τού βασιλιά, λένε ότι
είμαστε άνδρες μεγάλης αξίας, που δεν φοβούνται το θάνατο και
περιφρονούν τη λεπίδα των όπλων τού εχθρού.
Εγώ, αλήθεια σας λέω, ότι όποιος το λέει αυτό, ψεύδεται, επειδή βλέποντας το στρατόπεδο τού εχθρού γεμάτο με όπλα, σφίγγει η καρδιά μας από φόβο στο κόψιμο τής λεπίδας και στον πόνο από τις πληγές της, όμως περισσότερο από αυτόν τον πόνο, φοβόμαστε την περιφρόνηση από τον φίλο που αγωνίζεται στο πλευρό μας, τη ντροπή τής γυναίκας που περιμένει την επιστροφή μας ή την απόρριψη από τον γέροντα που κάποτε πολέμησε για μας.
Για όλα αυτά, κυριαρχούμε πάνω στους φόβους και ο αγώνας μας διακατέχεται από μια άγρια μανία που λάμπει στα μάτια μας, αλλά αυτή η έκφραση δεν είναι μίσος για τον εχθρό αλλά για τον φόβο, που φαίνεται ότι πάντα περπατάει δίπλα μας και ότι ο καθένας μας μπορεί να είναι ο επόμενος.
Έτσι είναι και όποιος λέει αλλιώς, αξίζει να πεθάνει!
Για εμάς, τους Σπαρτιάτες τού Λεωνίδα, φρουρούς τού βασιλιά, λένε ότι είμαστε άνδρες έντιμοι που αγωνίζονται για την ελευθερία των Ελλήνων πολιτών, τη δικαιοσύνη και τους νόμους, όμως την αλήθεια σας λέω, όποιος το λέει, ψεύδεται.
Αύριο τα ξημερώματα θα αδράξουμε τις ασπίδες μας και, αφού θα έχουμε στα χέρια τα δόρατα, θα ακουστούν οι ύμνοι μας τού πολέμου, να αντηχούν στο κάθε μας βήμα και θα επιτεθούμε ενάντια στις ορδές των βαρβάρων.
Εγώ θα προχωρώ, αγκώνα με αγκώνα, διατηρώντας την θέση μου στην σφιχτή φάλαγγα και θα αισθανθώ τη ζεστασιά από το φως τού ήλιου, τη μυρωδιά τού σιδήρου, τον ιδρώτα των ανδρών και θα ξέρω ότι όλα αυτά θα τα κάνω για τελευταία φορά.
Η λόγχη μου θα καλυφθεί με αίμα και θα σκοτώσει δέκα βαρβάρους, ή εκατό, ή χίλιους αλλά αυτό λίγο θα χρησιμεύσει, γιατί κοιλιά μου θα είναι διάτρητη από τις λόγχες τού εχθρού και θα πεθάνω. Όμως δεν θα το κάνω για την ελευθερία των Ελλήνων, ούτε για τη δικαιοσύνη και τον νόμο, και ακόμη δεν θα πεθάνω ούτε για την Σπάρτη. Θα πεθάνω για να μη με δω σκλάβο, σέρνοντας τις αλυσίδες τής δουλείας στις ερήμους τής Μ. Ανατολής.
Πεθαίνω για να εκδικηθώ τον Αγησίλαο, τον φίλο μου, που είδα χθες το πτώμα του τρυπημένο από ένα βέλος αιγυπτιακό, θα πεθάνω μαζί με τον Αρχίλοχο, που έχει καλύψει το πλευρό μου με την ασπίδα του σε δέκα μάχες και αύριο θα με καλύψει για τελευταία φορά, θα πεθάνω για τον Λεωνίδα, ο οποίος μας οδηγεί στον θάνατο, αλλά που τού είμαστε ευγνώμονες, γιατί πρώτα μας έκανε άνδρες!
Αύριο, όταν θα πέσει η νύχτα, η φρουρά τού βασιλιά Λεωνίδα θα καταλήξει απλά ένας σωρός από νεκρούς, στην συνέχεια μια χούφτα από οστά και στη συνέχεια τίποτα.
Ίσως κάποτε, όταν (ή αν) θα ξεχαστεί το όνομα της Σπάρτης, αλλά και όταν η τεράστια αυτοκρατορία του βασιλιά των βασιλιάδων (Περσία) θα πέσει στη λήθη, κάποιος θα θυμάται τη θυσία μας, και θα δει ότι με τον θάνατό μας γίναμε γενναίοι και πιστοί, και ακόμη, όλα όσα δεν μπορέσαμε να γίνουμε στην ζωή, και στην συνέχεια θα πει:
"Οι Σπαρτιάτες τής φρουράς τού βασιλιά Λεωνίδα πέθαναν εδώ και πολύ καιρό, αλλά η μνήμη τους είναι αθάνατη".
Εγώ, αλήθεια σας λέω, ότι όποιος το λέει αυτό, ψεύδεται, επειδή βλέποντας το στρατόπεδο τού εχθρού γεμάτο με όπλα, σφίγγει η καρδιά μας από φόβο στο κόψιμο τής λεπίδας και στον πόνο από τις πληγές της, όμως περισσότερο από αυτόν τον πόνο, φοβόμαστε την περιφρόνηση από τον φίλο που αγωνίζεται στο πλευρό μας, τη ντροπή τής γυναίκας που περιμένει την επιστροφή μας ή την απόρριψη από τον γέροντα που κάποτε πολέμησε για μας.
Για όλα αυτά, κυριαρχούμε πάνω στους φόβους και ο αγώνας μας διακατέχεται από μια άγρια μανία που λάμπει στα μάτια μας, αλλά αυτή η έκφραση δεν είναι μίσος για τον εχθρό αλλά για τον φόβο, που φαίνεται ότι πάντα περπατάει δίπλα μας και ότι ο καθένας μας μπορεί να είναι ο επόμενος.
Έτσι είναι και όποιος λέει αλλιώς, αξίζει να πεθάνει!
Για εμάς, τους Σπαρτιάτες τού Λεωνίδα, φρουρούς τού βασιλιά, λένε ότι είμαστε άνδρες έντιμοι που αγωνίζονται για την ελευθερία των Ελλήνων πολιτών, τη δικαιοσύνη και τους νόμους, όμως την αλήθεια σας λέω, όποιος το λέει, ψεύδεται.
Αύριο τα ξημερώματα θα αδράξουμε τις ασπίδες μας και, αφού θα έχουμε στα χέρια τα δόρατα, θα ακουστούν οι ύμνοι μας τού πολέμου, να αντηχούν στο κάθε μας βήμα και θα επιτεθούμε ενάντια στις ορδές των βαρβάρων.
Εγώ θα προχωρώ, αγκώνα με αγκώνα, διατηρώντας την θέση μου στην σφιχτή φάλαγγα και θα αισθανθώ τη ζεστασιά από το φως τού ήλιου, τη μυρωδιά τού σιδήρου, τον ιδρώτα των ανδρών και θα ξέρω ότι όλα αυτά θα τα κάνω για τελευταία φορά.
Η λόγχη μου θα καλυφθεί με αίμα και θα σκοτώσει δέκα βαρβάρους, ή εκατό, ή χίλιους αλλά αυτό λίγο θα χρησιμεύσει, γιατί κοιλιά μου θα είναι διάτρητη από τις λόγχες τού εχθρού και θα πεθάνω. Όμως δεν θα το κάνω για την ελευθερία των Ελλήνων, ούτε για τη δικαιοσύνη και τον νόμο, και ακόμη δεν θα πεθάνω ούτε για την Σπάρτη. Θα πεθάνω για να μη με δω σκλάβο, σέρνοντας τις αλυσίδες τής δουλείας στις ερήμους τής Μ. Ανατολής.
Πεθαίνω για να εκδικηθώ τον Αγησίλαο, τον φίλο μου, που είδα χθες το πτώμα του τρυπημένο από ένα βέλος αιγυπτιακό, θα πεθάνω μαζί με τον Αρχίλοχο, που έχει καλύψει το πλευρό μου με την ασπίδα του σε δέκα μάχες και αύριο θα με καλύψει για τελευταία φορά, θα πεθάνω για τον Λεωνίδα, ο οποίος μας οδηγεί στον θάνατο, αλλά που τού είμαστε ευγνώμονες, γιατί πρώτα μας έκανε άνδρες!
Αύριο, όταν θα πέσει η νύχτα, η φρουρά τού βασιλιά Λεωνίδα θα καταλήξει απλά ένας σωρός από νεκρούς, στην συνέχεια μια χούφτα από οστά και στη συνέχεια τίποτα.
Ίσως κάποτε, όταν (ή αν) θα ξεχαστεί το όνομα της Σπάρτης, αλλά και όταν η τεράστια αυτοκρατορία του βασιλιά των βασιλιάδων (Περσία) θα πέσει στη λήθη, κάποιος θα θυμάται τη θυσία μας, και θα δει ότι με τον θάνατό μας γίναμε γενναίοι και πιστοί, και ακόμη, όλα όσα δεν μπορέσαμε να γίνουμε στην ζωή, και στην συνέχεια θα πει:
"Οι Σπαρτιάτες τής φρουράς τού βασιλιά Λεωνίδα πέθαναν εδώ και πολύ καιρό, αλλά η μνήμη τους είναι αθάνατη".
Έτσι θα είναι και όποιος λέει αλλιώς, αξίζει να πεθάνει!
Ένας από τους τριακοσίους.
Μετάφραση κειμένου τού Dr. Carlo Boccadifuoco από τα Ιταλικά.