Σελίδες

Παρασκευή 8 Φεβρουαρίου 2013

Μια διαφορετική προσέγγιση στον Jorge Luis Borges


Personal labyrinth, image by N. Dialisma

Jorge Luis Borges

“Ο άνθρωπος βάζει στόχο την χαρτογράφηση του κόσμου. Με το πέρασμα των χρόνων γεμίζει ένα χώρο με εικόνες από επαρχίες, βασίλεια, βουνά, όρμους, πλοία, νησιά, ψάρια, δωμάτια, εργαλεία, αστέρια, άλογα, ανθρώπους. Λίγο πριν πεθάνει, ανακαλύπτει ότι μέσα σ' αυτόν τον υπομονετικό λαβύρινθο από γραμμές διαγράφεται η εικόνα του δικού του προσώπου”.

Πορτραίτο σε ηλικία 22 ετών, 1921

Ο Borges γεννήθηκε το 1899 στο Μπουένος Άιρες, στην Αργεντινή και «έφυγε» το 1986 στη Γενεύη.
Χρειάσθηκε περίπου έναν αιώνα, για να γίνει ένας από τους σημαντικότερους μάγους της σκέψης. Ζούσε πιο άνετα στους φανταστικούς του κόσμους από ότι στην πραγματικότητα.
Ο πατέρας του δικηγόρος και καθηγητής ψυχολογίας και η μητέρα του απόγονος παλιάς αριστοκρατικής οικογένειας. Η καταγωγή τους ευρωπαϊκή, τα σημεία προέλευσης πολλά: Ισπανία, Πορτογαλία, Βρετανία. Ο ίδιος διάλεξε την Αργεντινή για πατρίδα. Σε πολύ νεαρή ηλικία βρίσκεται με την οικογένειά του στην Ευρώπη, όπου θα μείνει μέχρι τα 22 του χρόνια. Γράφει ποιήματα και δοκίμια και επιστρέφοντας στην Αργεντινή συμμετέχει σε διάφορες καλλιτεχνικές ομάδες.
Το 1937 πιάνει δουλειά ως βοηθός στη Δημοτική βιβλιοθήκη του Μπουένος Άιρες. Με την άνοδο του Περόν στην εξουσία το 1946, θα προαχθεί σε «επιθεωρητή πουλερικών» και φυσικά θα παραιτηθεί αμέσως.
Ωρισμένα καθεστώτα και συμπεριφορές, έχουν ένα μοναδικό τρόπο να σε οδηγούν στην εξώπορτα. Η αντίθεσή του προς τους περονιστές είναι γνωστή, ο τρόπος να την εκδηλώνει ανάλογος της ευφυίας του: Οι δικτατορίες προωθούν την καταπίεση, οι δικτατορίες προωθούν τη δουλοπρέπεια, οι δικτατορίες προωθούν τη βαναυσότητα· 
πιο αποτρόπαιο είναι το γεγονός ότι προωθούν την ηλιθιότητα”.


L' Hotel Paris, 1969

Το 1955, ο Περόν έχει φύγει από την εξουσία και ο Borges διορίζεται επικεφαλής της Εθνικής Βιβλιοθήκης.  Είναι πλέον εντελώς τυφλός και αρνούμενος να μάθει το σύστημα Μπράϊγ αδυνατεί να διαβάσει και να γράψει. Η μητέρα του, με την οποία διατηρούσε μια ιδιαίτερα δεμένη σχέση, παραμένει δίπλα του και ως γραμματέας πλέον.
Κερδίζει βραβεία, διορίζεται καθηγητής λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο του Μπουένος Άιρες, επίτιμος διδάκτορας στο Πανεπιστήμιο του Κούγιο, μεταφράζονται τα έργα του, αποκτά παγκόσμια φήμη. Το 1973 επιστρέφοντας  από την εξορία, ο Περόν επανεκλέγεται και ο Borges παραιτείται από την Εθνική Βιβλιοθήκη. Η δεύτερη φορά σε κάνει πιο συνετό, πιο τολμηρό ή απλά έχεις μάθει να αναγνωρίζεις συμπεριφορές.
Δύο χρόνια αργότερα χάνει τη μητέρα του και ξεκινά  μια σειρά ταξιδιών έως το δικό του θάνατο.
Αναχώρηση κι επιστροφή, κύκλοι επαναλαμβανόμενοι.
Σειρά από γεγονότα δύσκολα διαρκώς στη ζωή του. Ο θάνατος του πατέρα του το 1938, ένας σοβαρός τραυματισμός στο κεφάλι, η όρασή του να μειώνεται εξαιτίας του γλαυκώματος (το οποίο οδήγησε σε τύφλωση και τον πατέρα του), άνεργος και αδυνατώντας να αφοσιωθεί  στη συγγραφή, αρχίζει να δίνει διαλέξεις.
Το 1955, όπως είπαμε, είναι επικεφαλής της Εθνικής Βιβλιοθήκης. Ένας τυφλός μάγος, παραμυθάς, με μια πραότητα ανάκατη με τον πιο λεπτό κυνισμό, μείγμα που έχουν μόνο οι σοφοί, θα πει : ο Θεός μου έδωσε ταυτόχρονα τα βιβλία και τη νύχτα.
Οι διακρίσεις και τα βραβεία είναι στην ζωή του πλέον.
Παρά τη διεθνή αναγνώριση, αυτό που δεν θα του δοθεί είναι το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Αιτία, η υποστήριξή του στις στρατιωτικές δικτατορίες της χώρας του και ευρύτερα. Ο ίδιος αποκαλούσε την πολιτική στάση του αναρχο-ειρηνισμό. Με την επάνοδο του Περόν στην εξουσία, το 1973,  ο Borges παραιτείται από την Εθνική βιβλιοθήκη.

Πόσο τελικά κατανοούμε και  μπορούμε να συμφωνήσουμε με την πολιτική στάση των δημιουργών που θαυμάζουμε; 
Και πόσο μπορούμε να θαυμάζουμε κάποιους, με τους οποίους διαφωνούμε κάθετα με την πολιτική τους στάση; 
Μπορείς να αγνοείς τι συμβαίνει γύρω σου και να ζεις στην ουτοπία σου; 
Πόσοι θάνατοι και στέρηση ελευθεριών και δικαιωμάτων πρέπει να υπάρξουν, για να «πραγματοποιηθεί» η ουτοπία;

Jorge Luis Borges, photo by Paola Agosti

Το έργο πολύπλευρο, γράφει διηγήματα, ποιήματα, δοκίμια, σενάρια, λογοτεχνικές κριτικές, κριτικές βιβλίων, επιμελείται ανθολογίες, μεταφράζει από αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά στα ισπανικά. Αγαπά τη λογοτεχνία με πάθος, είναι γι΄αυτόν η σοβαρότερη ενασχόληση και το αγαπημένο παιγχνίδι.
Ένας άνθρωπος που μεγάλωσε πρόωρα μέσα από μια δύσκολη ζωή, για να παραμείνει ένα ανυπότακτο παιδί που τριγυρνούσε ως το θάνατό του σε φανταστικούς κόσμους με μικρές στάσεις στο Μπουένος Άιρες για να παίζει με την ερώτηση:
«Τι είναι το Μπουένος Άιρες; 
Είναι ο μπρούντζινος ιππέας που στέλνει γύρω, από ψηλά, τη σκιά του.                      
Είναι κείνη η κάμαρα στην οδό Μπολιβάρ, από όπου διακρίνεται η Βιβλιοθήκη.           
Είναι η μέρα που εγκαταλείψαμε μια γυναίκα κι η μέρα που κάποια γυναίκα μας εγκατέλειψε.                                                                                                                      
Το Μπουένος Άιρες είναι ο παραδίπλα δρόμος, εκείνος που δεν πέρασα ποτέ,
είναι τα βάθη τα κρυφά της κάθε γειτονιάς,
είναι οι μεσαυλές, είναι αυτό που κρύβουν οι προσόψεις,
είναι ο εχθρός μου αν έχω εχθρό,
είναι αυτός που δεν του αρέσουν οι στίχοι μου (ούτε κι εμένα μ' αρέσουν),
εκείνο το απόμερο βιβλιοπωλείο που ίσως μπήκαμε καμμιά φορά και τώρα το έχουμε ξεχάσει,
είναι αυτή η γοητεία ενός τραγουδιού παλιού, που κάποιος έξω το σιγοσφυρίζει και δεν μπορείς αμέσως να το θυμηθείς κι όμως κάπου σ' αγγίζει,
είναι αυτό που χάθηκε κι εκείνο που θαρθεί,
είναι αυτό που βρίσκεται μακριά, αυτό που ανήκει σ' άλλους,
κάτι που στρίβει τη γωνία,
η γειτονιά μας που δεν είναι ούτε δική σου  ούτε δική μου,
εκείνο που δεν ξέρουμε κι εκείνο που αγαπάμε».

 
Borges' Interview

"The task of art is to transform what is continuously happening to us, to transform all these things into symbols, into music, into something that can last in man's memory. This is our duty. If we don't fulfil it, we feel unhappy".

Φειδωλός με τις λέξεις, διακριτικός στην χρήση τους, δεν τις σπαταλά για εντυπωσιασμό, ήταν πάντα οπαδός του «μικρού». 
Στην εισαγωγή της συλλογής διηγημάτων του «Ο Κήπος με τα Μονοπάτια που Διακλαδώνονται» λέει: "Είναι μεγάλη τρέλα και άσκοπο να γράφει κανείς τεράστια βιβλία – αναπτύσσοντας σε 500 σελίδες μια ιδέα, η οποία μπορεί κάλλιστα να αποδοθεί σε πέντε λεπτά κουβέντας. Το καλλίτερο πράγμα είναι να προσποιείσαι ότι αυτά τα βιβλία ήδη υπάρχουν και να δίνεις μια σύνοψη ή κάποιο σχόλιο."
Η προσποίηση αυτή τον χαρακτηρίζει, κάνει κριτική σε ανύπαρκτα έργα, παραποιεί την πραγματικότητα, παίζει διαρκώς ανάμεσα στο φανταστικό και στο πραγματικό και το φανταστικό δείχνει να τον κερδίζει.                                                   
Στο τέλος του διηγήματος “Φούνες ο Μνήμων”,  ο αφηγητής έχει περάσει ένα βράδυ με τον Ιρενέο Φούνες, ένα άνθρωπο που δεν μπορεί να ξεχάσει οτιδήποτε έχει δει ή ζήσει, λεπτομέρειες αναρίθμητες, πιεστικές, «ένας σωρός από σκουπίδια», που θα τον οδηγήσουν σε ένα πρόωρο θάνατο. Η ίδια βαρύτητα για όλα, αδυναμία επεξεργασίας, κρίση υπερφορτωμένη από λεπτομέρειες…
Ο Borges μειδιά πάλι όταν ο αφηγητής μας λέει:
«Υποπτεύομαι, ωστόσο, πως δεν ήταν πολύ ικανός στην σκέψη. Σκέψη είναι να ξεχνάς τις διαφορές, να γενικεύεις, να αφαιρείς. Στον υπερφορτωμένο κόσμο του Φούνες δεν υπήρχαν παρά λεπτομέρειες, σχεδόν σε πλήρη ετοιμότητα. Σκέφτηκα πως καθεμιά απ’ τις λέξεις μου (καθεμιά απ’ τις κινήσεις μου) θα επιζούσε στην αμείλικτη μνήμη του: Με κυρίευσε ο φόβος, όταν σκέφτηκα τις περιττές χειρονομίες μου να πολλαπλασιάζονται.»

Thoughts # 3, concept-photo by N. Dialisma
 
Τριγυρνά και σπέρνει λέξεις ανάμεσα σε σπαθιά, ιππότες, δαίμονες, Λαβύρινθους. Οι καθρέπτες αντανακλούν ψυχές κι επιθυμίες αλλά δεν δείχνουν ποτέ την έξοδο· μόνο το είδωλο σαστισμένο. Ένα είδωλο που δεν ενδιαφέρεται να θερίσει, μόνο η σπορά το γοητεύει.


Λαβύρινθος


Πόρτα ποτέ δεν θα υπάρξει. Κι είσαι μέσα
και το μέγαρο αγκαλιάζει το σύμπαν·
δεν έχει ούτε μπρός ούτε πίσω όψη
ούτε περίβολο ούτε κέντρο μυστικό.
Μην ελπίζεις πως ο απέραντος δρόμος
που πάλι διακλαδίζεται σ' άλλον,
που πάλι διακλαδίζεται σ' άλλον,
κάπου τελειώνει. Το ριζικό σου αλύγιστο
σαν τον κριτή σου. Μην περιμένεις να σου ορμήσει
ο ταύρος που είναι άνθρωπος κι η αλλόκοτη,
πολύμορφη όψη του σκορπάει τον τρόμο
μέσα σ' αυτό το μπερδεμένο πέτρινο κουβάρι.
Δεν υπάρχει. Να μην ελπίζεις ούτε καν
μέσ' απ' το φοβερό σκοτάδι να φανεί το τέρας.

(Μετάφραση: Δημήτρης Καλοκύρης).

Knossos 1983, Borges takes a rest in the real Labyrinth

Μπήκα στους τόπους του αγνή. Με γέμισε περιέργεια, εικόνες, είχα βάλει κι εγώ στόχο «τη χαρτογράφηση του κόσμου». Τι λάγνα ενασχόληση!!! 
Άπληστα ρουφούν τα μάτια εικόνες, φτιάχνω διαρκώς εικόνες, γράφω εικόνες, χαρτογραφώ τον κόσμο. Με την άκρη του ματιού μου τον βλέπω συχνά κάπου κοντά μου… με ένα μειδίαμα ελαφρύ στο πρόσωπο μού ψιθυρίζει: 
Κόρη «ψάχνε, μόνο για να’χεις τη χαρά να ψάχνεις και όχι για τη χαρά να βρίσκεις…»  


The unending gift


Ένας ζωγράφος μας υποσχέθηκε έναν πίνακα. 
Τώρα, στη Νέα Αγγλία, έμαθα το θάνατό του.
Ένοιωσα για άλλη μια φορά την πίκρα τού να συνειδητοποιείς πως είμαστε κάτι σαν όνειρο. 
Συλλογίστηκα εκείνο τον άνθρωπο και τον πίνακα που χάθηκαν. 
(Μόνο οι θεοί μπορούν να υποσχεθούν, αφού είναι αθάνατοι). 
Συλλογίστηκα το μέρος που είχαμε διαλέξει για τον πίνακα,
που δεν θα κρεμασθεί τώρα πιά.     
Ύστερα σκέφθηκα: Αν ήταν εδώ, θα γινόταν αργά ή γρήγορα
ένα ακόμα αντικείμενο,                           
ένα συνηθισμένο, μάταιο πράγμα του σπιτιού·
ενώ τώρα είναι δίχως τέλος, δίχως όρια,
μπορεί να πάρει οποιοδήποτε σχήμα κι οποιοδήποτε χρώμα
και δεν αγγίζει πουθενά.                                    
Υπάρχει, κατά κάποιον τρόπο. Θα επιζήσει και θα επεκτείνεται σαν μια μουσική 
και θα μείνει κοντά μου ως το τέλος.
Σ΄ευχαριστώ, Χόρχε Μάρκο. 
(Οι άνθρωποι μπορούν κι αυτοί να υποσχεθούν, γιατί μές στην υπόσχεση υπάρχει κάτι της αθανασίας).

(Μετάφραση: Δημήτρης Καλοκύρης).


Από παιδί όλα τα έβλεπα σε κάδρο. Δεν με απασχόλησε ποτέ το γιατί. Δεν με απασχόλησε που το αγαπημένο μου παιγχνίδι δεν ήταν οι κούκλες, παρά να αλλάζω το καδράρισμα, να ξεγλιστρώ από την προοπτική, να γέρνω λίγο το κεφάλι στο πλάι, να πηγαίνω λίγο πιο μπροστά, να χαμηλώνω, για να δω ξανά και ξανά το κάδρο μου.         
Όσο και να «έπαιζα» μαζί του, τα δαιμονάκια μου ήταν πάντα εκεί. 
Η έμμονη ιδέα έχει στήσει χρόνια χορό μέσα στην σκέψη μου. Θέλει να εκτεθεί ή να με εκθέσει, απέναντι σ' ένα καθρέπτη να κοιτάξω το είδωλό μου, όχι σαστισμένη πιά. Μειδιά κι αυτή σαν τον Borges, μου μιλά ψιθυριστά: 
«Δες, φτιάξε εικόνες, γέμισέ τες στοιχεία (ή στοιχειά), όμως μην αρνείσαι το πρόσωπό σου που σχηματίζεται στο βάθος του «χάρτη». Κι είναι αυτή η έμμονη ιδέα, που σε κάνει δημιουργό, από αυτήν ξεκινούν όλα, σ' αυτήν επιστρέφουμε, όταν θέλουμε ηρεμία από τους έξω Εφιάλτες. Στη δική της μήτρα μπαίνουμε ξανά κάθε φορά που η αντίληψή μας για τον κόσμο μας δείχνει παράταιρη. 
Αυτή την προσωρινή απομάκρυνση από το φως αποζητάμε, να βρεθούμε για λίγο σε μια τυφλότητα, που θα μας επιτρέψει να αγκαλιαστούμε με τους Δαίμονές μας. 
Ο Borges την αγκάλιασε πολλά χρόνια την τυφλότητα. 
Μπήκε στο Λαβύρινθό του, χαρτογράφησε τον κόσμο του και ΕΙΔΕ το πρόσωπό του. 
Κι όπως λέει ο Αχιλλέας Κυριακίδης, ο σεμνός, σπουδαίος μεταφραστής του: Ο Borges δεν θα σου διδάξει, πώς να βγεις από αυτό τον Λαβύρινθο – θα σου διδάξει το πότε (και, κυρίως, το πως) να παραδεχθείς ότι χάθηκες.

Κι εκεί, την στιγμή της παραδοχής, αγκαλιά με τους Δαίμονές μου και τα σπαθιά μου, ψηλά νοιώθω τη δύναμη που περιγράφει ο μάγος μου… Μαθαίνω…


Μαθαίνεις


Μετά από λίγο μαθαίνεις
την ανεπαίσθητη διαφορά
ανάμεσα στο να κρατάς το χέρι
και να αλυσοδένεις μια ψυχή.
Και μαθαίνεις πως Αγάπη δεν σημαίνει στηρίζομαι
Και συντροφικότητα δεν σημαίνει ασφάλεια
Και αρχίζεις να μαθαίνεις
πως τα φιλιά δεν είναι συμβόλαια
Και τα δώρα δεν είναι υποσχέσεις
Και αρχίζεις να δέχεσαι τις ήττες σου
με το κεφάλι ψηλά και τα μάτια ορθάνοιχτα
Με τη χάρη μιας γυναίκας
και όχι με την θλίψη ενός παιδιού
Και μαθαίνεις να φτιάχνεις
όλους τους δρόμους σου στο Σήμερα,
γιατί το έδαφος του Αύριο
είναι πολύ ανασφαλές για σχέδια
…και τα όνειρα πάντα βρίσκουν τον τρόπο
να γκρεμίζονται στη μέση της διαδρομής.
Μετά από λίγο καιρό μαθαίνεις…
Πως ακόμα κι η ζέστη του ήλιου
μπορεί να σου κάνει κακό.
Έτσι φτιάχνεις τον κήπο σου εσύ,
αντί να περιμένεις κάποιον
να σου φέρει λουλούδια
Και μαθαίνεις ότι, αλήθεια, μπορείς να αντέξεις
Και ότι, αλήθεια, έχεις δύναμη
Και ότι, αλήθεια, αξίζεις
Και μαθαίνεις… μαθαίνεις
…με κάθε αντίο μαθαίνεις

1984. Borges in his mother's old room at calle Maipú

9 σχόλια:

  1. La lettura di Borges è un’avventura…ma ciò che più mi avvince è il senso del gioco sottile, del paradosso.....comincio così il mio commento...ringraziandoti per l'articolo, la sua via, la tua visione, il tuo Borges.....io sona nata e cresciuta con questo scrittore per parte di padre e del suo Buddismo..e per parte di madre che adorava il poeta...e lo paragonava al più grande pensatore e conversatore della felicità, armato di Teologia.....con una grande ironia per la vita....grande dote....

    Tutto finisce in un libro, sentenzia più volte Borges.... tutto si giustifica con la letteratura, nella letteratura. Così dimostra l' Odissea, «in quel passo in cui è detto che gli dèi tessono sventure affinché gli uomini delle generazioni future abbiano di che cantare».
    Ed è questo, Borges: tutto quanto egli ha letto, e che lo ha portato a scrivere a sua volta, ma per dire qualcosa che andasse oltre quel che si proponeva di narrare. Questo spiega la sua mirabile produzione che in alcune immagini o in alcuni versi fa intravedere gli abissi in cui si cela il mistero della vita, l'enigma che muove la storia dei popoli: L'Aleph, Finzioni, Il libro di sabbia, Altre inquisizioni, L'Altro, lo stesso, Carme presunto...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. 'Οταν παίζεις διαρκώς με το παράδοξο, ξυπνάς ένα πρωί και είσαι μέρος του...
      κι εκεί που όλοι περιμένουν να φανεί "μεσ' απ' το φοβερό σκοτάδι το τέρας", εσύ απλά γνωρίζεις ότι δύο κινήσεις έχεις..
      κοιτάς το είδωλό σου στον καθρέπτη χωρίς να περιμένεις να σου δείξει την έξοδο από τις επιθυμίες &
      σπέρνεις επιθυμίες, αναστατώνεις ψυχές και συνεχίζεις αγκαλιά με τους Δαίμονες. (ίσως κι ο ίδιος να είσαι μέρος του τέρατος)
      "Πέρα" από τα πράγματα έχει μια λάγνα ομορφιά!

      Διαγραφή
  2. Borges ha settant’anni ed è bellissimo....si vede in televisione, accompagnato al centro del palco dalla leggiadra , meravigliosa Maria Kodama, si porta vicino al microfono. E’ un vecchio alto, magro, con quasi tutti i capelli in testa, bianchissimi, il bastone di lacca , le mani giovani,lunghe, affilate ,nelle quali il tempo non ha lasciato polvere di tremori, abituate a carezzare gli oggetti , la posizione del e busto eretta , il mento sollevato , gli occhiali neri che celano i suoi occhi spenti da decenni. E’ come se si muovesse in una spessa cortina gialla (neblina) che lo
    circonda, il profilo d’ombra del presentatore – interlocutore che gli si avvicina. Al suo fianco è Maria Kodama , di padre giapponese, madre oriunda tedesca, la sua compagna , il suo angelo custode.“Non ho mai permesso alla cecità di scoraggiarmi. ..La cecità per me non è stata un’infelicità totale , non si deve vederla in modo patetico. Si deve vederla come un modo di vita, uno degli stili di vita degli uomini”.....e il telecronista , ebro , con gli occhi lucidi, l’acquolina alla bocca, fa la domanda da un milione di dollari ( in italiano): ” Che cos’è per lei la vita, maestro?”
    ” Bueno…( esordisce sempre così quando la domanda è banale)…yo creo que… Carramba , ci penso più da settant’anni , quasi tutti i giorni , ma ne ho ancora un’idea confusa”....Ha una soave allegria , capisce la nostra lingua alla perfezione. Sollecita le domande in italiano.
    ” I miei racconti? Sono l’irresponsabile gioco di un timido che non ebbe coraggio di scrivere racconti e che si divertì nel falsificare e nel tergiversare ( talvolta senza alcuna giustificazione estetica) storie altrui.”La disinvoltura , il quasi-orgoglio, la discrezione con cui Borges amministra la propria cecità (ai tempi nostri il cantante lirico Bocelli) ti fa dimenticare che stai vicino a un cieco. E questo è uno dei suoi tanti fascini, insieme a quello della vecchiaia così meravigliosa argentea e ....ovviamente – all’intelligenza ironica (autoironica) che gli fa dire:” Che altro può fare un cieco, se non scrivere?”
    Borges è un’esperienza senza fine…
    ti posto le poesie amate damia madre......

    LA FELICITA'

    Chi abbraccia una donna è Adamo. La donna è Eva.
    Tutto accade per la prima volta.
    Ho visto una cosa bianca in cielo. Mi dicono che è la luna, ma
    Che posso fare con una parola e con una mitologia?
    Gli alberi mi fanno un poco paura. Sono così belli.
    I tranquilli animali si avvicinano perché io gli dica il loro nome.
    I libri della biblioteca sono senza lettere. Se li apro appaiono.
    Sfogliando l'Atlante progetto la forma di Sumatra.
    Chi accende un fiammifero al buio sta inventando il fuoco.
    Nello specchio c'è un altro che spia.
    Chi guarda il mare vede l'Inghilterra.
    Chi pronuncia un verso di Liliencron partecipa alla battaglia.
    Ho sognato Cartagine e le legioni che desolarono Cartagine.
    Ho sognato la spada e la bilancia.
    Sia lodato l'amore in cui non ci sono né possessore né posseduta,
    ma entrambi si donano.
    Sia lodato l'incubo che ci rivela che possiamo creare l'Inferno.
    Chi si bagna in un fiume si bagna nel Gange.
    Chi guarda una clessidra vede la dissoluzione di un impero.
    Chi maneggia un pugnale prevede la morte di Cesare.
    Chi dorme è tutti gli uomini.
    Ho visto nel deserto la giovane Sfinge appena scolpita.
    Non c'è nulla di antico sotto il sole.
    Tutto accade per la prima volta, ma in un modo eterno.

    IL TEMPO

    Il tempo è un fiume che mi trascina,

    ma sono io quel fiume;
    è un tigre che mi divora,

    ma sono io quella tigre;
    è un fuoco che mi consuma,

    ma sono io quel fuoco.
    Il mondo, disgraziatamente, è reale;
    io, disgraziatamente, sono Borges.

    Anastassia GRAZIE...........

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. "η ιστορία μου;" κι εκεί όπου ο καθένας μπορεί να περιγράψει τη σπουδαιότητά του σεμνά ή υπερφίαλα, ο Borges λέει απλά την αλήθεια του.
      Για να μας βάλει απέναντι στον καθρέπτη και να απαιτήσει τώρα να δούμε το είδωλό μας ("τι άλλο μπορεί ν ακάνει ένας τυφλός παρά να γράψει;")

      "Είδα κάτι λευκό στον ουρανό. Μου 'παν πως είναι το φεγγάρι,
      μα τι μπορώ να κάνω εγώ με μια λεξούλα και με μια μυθολογία."
      Τόσα απίστευτα πολλά Maestro!

      Nadia, σ΄ευχαριστώ που έφερες αυτό ειδικά το ποίημα. σ΄ευχαριστώ που μοιράσθηκες...

      Διαγραφή
  3. Ένα πολύ προσωπικό πλησίασμα προς τον μεγάλο συγγραφέα. Τρυφερό, έντεχνο, συγκινητικό και άδολο πολύ, σχεδόν κοριτσίστικο.
    Συγχαρητήρια Νατάσα.

    Με δεδομένη την εκδοτική "υστερία" που επικρατεί παγκοσμίως για τις εκδόσεις και τις επανεκδόσεις των έργων του, ας συνεισφέρω κι εγώ λίγο εμπλουτίζοντας το βιογραφικό μέρος.
    Από τις σημαντικότερες μορφές της Ισπανόφωνης λογοτεχνίας.
    Ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες γεννήθηκε το 1899 στο Μπουένος Άιρες. Παιδί-θαύμα στην κυριολεξία, έγραψε το πρώτο του διήγημα σε ηλικία 6 ετών...
    Σπούδασε στην Γενεύη και εκείνη την περίοδο άρχισε να γράφει τα πρώτα του ποιήματα. Μιλούσε εκτός από τα ισπανικά, άλλες τρεις γλώσσες,(αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά).
    Μετά το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου εγκαταστάθηκε στη Μαδρίτη. Εκεί είχε την ευκαιρία να γνωρίσει σημαντικές προσωπικότητες της ισπανικής λογοτεχνίας και να δημοσιεύσει το πρώτο του ποίημα.
    Ένα χρόνο μετά επέστρεψε στη γενέτειρα του, το Μπουένος Άιρες, στο οποίο πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του. Την αγάπη του γιά την πόλη αυτή την εκδήλωσε με την ποιητική συλλογή, Πάθος γιά το Μπουένος Άιρες, που δημοσίευσε το 1923.
    Ξεπερνώντας μία άσχημη περιπέτεια με την υγεία του, το 1935 γράφει την Παγκόσμια ιστορία της ατιμίας, την ιστορία της αιωνιότητας και τα διηγήματα Μυθιστορίες.
    Γιά να ακολουθήσουν μετά τα δοκίμια: Η μοίρα, Οι γειτονιές , Ο λαϊκός τύπος. Το 1956 χάνει την όραση του. Παρ' όλα αυτά συνεχίζει να γράφει με την βοήθεια της μητέρας του.
    Επιστρέφει στην ποίηση και γράφει τα: Ο πλάστης, Ο χρυσός των τίγρεων, Το βιβλίο της άμμου, Εγκώμιο της σκιάς, κ.α.
    Το 1986 έφυγε από το Μπουένος Άιρες και πήγε στη Γενεύη.
    Πέθανε την ίδια χρονιά, ενώ λίγο πριν είχε παντρευτεί γιά τρίτη φορά την κατά πολύ μικρότερη του, Μαρία Κοντάμα.
    Διετέλεσε Πρόεδρος της Ένωσης Αργεντινών Συγγραφέων και διευθυντής της Εθνικής Βιβλιοθήκης. Το 1955 εκλέχθηκε μέλος της Ακαδημίας Γραμμάτων της Αργεντινής και είχε τιμηθεί με το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας και με το Βραβείο Φορμεντόρ του Διεθνούς Συνεδρίου.
    Ιδιαίτερη ήταν η σχέση του Μπόρχες με την Ελλάδα. Είχε επισκεφθεί δύο φορές την χώρα μας και όλα τα έργα του έχουν μεταφραστεί στα ελληνικά...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Φοίβο, ευχαριστώ για τον εμπλουτισμό του βιογραφικού και κυρίως για τα καλά σου σχόλια.
    Κρατώ το "άδολο πολύ" ως σημαντικότερο. Διαπίστωσα πως άδολα όταν βαδίζεις, είναι ο μόνος τρόπος να απομακρύνεσαι από το φώς, να μπαίνεις στην τυφλότητα και όταν επιστρέψεις να έχεις την επιθυμία και τη δύναμη να ξαναπιάσεις τα σπαθιά σου και να τα σηκώσεις ψηλά. Σα γνήσια πειρατίνα, αυτό μ΄ενδιαφέρει πολύ.
    (στον Borges οφείλω μεγάλο μέρος της αγάπης μου στα σπαθιά και στη λειτουργία τους).

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Ο Μπόρχες, ένας ποιητής του πεζού λόγου, ένας ρεαλιστής που φοράει ανάποδα την στολή του μυθοποιού, δεν έχει απλώς συναρπαστικές «τρύπες» στην κεφαλή του, αλλά παντού, στον χώρο, στον χρόνο, στην σκέψη αλλά και στην ανοησία, ανακαλύπτει θαύματα:
    «Ας φανταστούμε ένα πέτρινο βουνό, δεκαοκτώ χιλιάδες μέτρα ψηλό, που κάθε εκατό χρόνια το αγγίζει ένα λεπτότατο μετάξι από το Μπενάρες. Όταν το άγγιγμα θα έχει φθείρει ολόκληρο το βουνό, δεν θα έχει περάσει ακόμη ένα κάλπα (ήτοι 4.320.000 χρόνια...).

    Συναρπαστική η εργασία σου Νατάσσα.
    Καλύπτει έξοχα και τις προσωπικές σου αναζητήσεις μέσω της λογοτεχνίας.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Μάλλον από κάποιους λίγους τέτοιους "ποιητές" έμαθα να ντύνομαι Ιόλη...κι έτσι τρέχω με τις "στολές" ανάποδα φορεμένες. Με κυττούν παράξενα, αλλά όσο και να προσπαθώ να τη φορέσω σωστά πάντα οι Μπόρχες μου κλείνουν το μάτι και ξεχνιέμαι.
    Και προσπαθώντας να ανακαλύψει και στην ανοησία θαύματα κανείς...πόσα καταλαβαίνει!
    Ευχαριστώ για την ιδιαίτερη παρουσία σου, για το μετάξι από το Μπενάρες.

    ΑπάντησηΔιαγραφή